Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -

«αδρανή απόβλητα» σημαίνει απόβλητα -

(α)τα οποία δεν υφίστανται καμία σημαντική φυσική, χημική ή βιολογική μετατροπή·

(β)τα οποία δε διαλύονται, δεν καίγονται ούτε συμμετέχουν σε άλλες φυσικές ή χημικές αντιδράσεις, δε βιοδιασπώνται ούτε επιδρούν δυσμενώς σε άλλες ύλες με τις οποίες έρχονται σε επαφή κατά τρόπο ικανό να προκαλέσει ρύπανση του περιβάλλοντος ή να βλάψει την ανθρώπινη υγεία,

των οποίων η συνολική εκπλυσιμότητα και περιεκτικότητα σε ρύπους και η οικοτοξικότητα των εκπλυμάτων τους είναι αμελητέες και, ειδικότερα, δεν θέτουν σε κίνδυνο την ποιότητα των επιφανειακών υδάτων ή/ και των υπογείων υδάτων·

«αναζήτηση» σημαίνει την έρευνα για κοιτάσματα ορυκτών με οικονομική αξία, και περιλαμβάνει -

(α)τη δειγματοληψία·

(β)την ολική δειγματοληψία·

(γ)τη γεώτρηση·

(δ)την εκσκαφή ορυγμάτων, εξαιρουμένης κάθε εργασίας για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων αυτών· και

(ε)κάθε δραστηριότητα που έχει άμεση σχέση με υφιστάμενη εξορυκτική λειτουργία·

«απόβλητο» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«αποκατάσταση» σημαίνει την επέμβαση στο επηρεασμένο από εγκαταστάσεις εξορυκτικών αποβλήτων έδαφος, με στόχο την επαναφορά του σε ικανοποιητική κατάσταση, ιδίως όσον αφορά την ποιότητα του εδάφους, την άγρια χλωρίδα και πανίδα, τους φυσικούς οικότοπους, τα συστήματα γλυκών νερών, το τοπίο και τις δέουσες επωφελείς χρήσεις·

«απορρίμματα κατεργασίας» σημαίνει τα στερεά απόβλητα ή τα πολτώδη υλικά που απομένουν μετά την επεξεργασία ορυκτών με διεργασίες διαχωρισμού, όπως θραύση, λειοτρίβηση, διαχωρισμό κατά μέγεθος, επίπλευση και άλλες φυσικοχημικές τεχνικές, προκειμένου να αφαιρεθούν τα πολύτιμα ορυκτά από το λιγότερο πολύτιμο πέτρωμα·

«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος˙

«αρμόδιος» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο που διαθέτει τις τεχνικές γνώσεις και την πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, όπως αυτές καθορίζονται στην περιβαλλοντική νομοθεσία˙

«αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης» σημαίνει δήμο ή κοινοτικό συμβούλιο·

«αστυνομικός» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί Αστυνομίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί της Ολοκληρωμένης Πρόληψης και Ελέγχου της Ρύπανσης Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«εγκατάσταση εξορυκτικών αποβλήτων» σημαίνει κάθε τόπο που επιλέγεται για τη συσσώρευση ή την εναπόθεση εξορυκτικών αποβλήτων, σε στερεή ή υγρή μορφή ή σε μορφή διαλύματος ή αιωρήματος, για χρονική περίοδο -

(α)μηδενική, στην περίπτωση -

(i) εγκατάστασης εξορυκτικών αποβλήτων κατηγορίας Α· και

(ii) εγκατάστασης εξορυκτικών αποβλήτων για απόβλητα, τα οποία έχουν χαρακτηρισθεί ως επικίνδυνα απόβλητα στο σχέδιο διαχείρισης εξορυκτικών αποβλήτων·

(β)άνω των έξι (6) μηνών, στην περίπτωση εγκατάστασης επικίνδυνων αποβλήτων, της οποίας τα απόβλητα προκύπτουν απροσδόκητα·

(γ)άνω του ενός (1) έτους, στην περίπτωση εγκατάστασης μη επικίνδυνων, μη αδρανών αποβλήτων·

(δ)άνω των τριών (3) ετών, στην περίπτωση εγκατάστασης εξορυκτικών αποβλήτων για-

(i) μη ρυπανθέν χώμα·

(ii) μη επικίνδυνα απόβλητα από αναζήτηση ορυκτών· ή

(iii) απόβλητα από την εξόρυξη, επεξεργασία και αποθήκευση τύρφης και αδρανών αποβλήτων,

και περιλαμβάνει οποιοδήποτε φράγμα ή άλλη κατασκευή που χρησιμεύει για τη συγκράτηση, την αντιστήριξη, τον περιορισμό ή την κατ’ άλλο τρόπο στήριξη των εγκαταστάσεων αυτών και, μεταξύ άλλων, σωρούς και λίμνες, εξαιρουμένων των κοιλοτήτων εκσκαφής, στις οποίες επανατοποθετούνται απόβλητα μετά την εξόρυξη του ορυκτού, για λόγους αποκατάστασης και κατασκευής˙

«εγκατάσταση εξορυκτικών αποβλήτων κατηγορίας Α» σημαίνει εγκατάσταση αποβλήτων, η οποία ταξινομείται ως κατηγορίας Α, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος Νόμου·

«ειδική ζώνη διατήρησης» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«έκπλυμα» σημαίνει κάθε υγρό που διηθείται μέσω των αποτεθέντων αποβλήτων και εκρέει από τις εγκαταστάσεις εξορυκτικών αποβλήτων ή περιέχεται εντός αυτών, περιλαμβανομένης της ρυπανθείσας απορροής, το οποίο ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς το περιβάλλον εάν δεν υποβληθεί σε κατάλληλη επεξεργασία˙

«ενδιαφερόμενο κοινό» σημαίνει το κοινό, το οποίο θίγεται ή ενδέχεται να θιγεί ή του οποίου διακυβεύονται συμφέροντα από τις διαδικασίες λήψης περιβαλλοντικών αποφάσεων στο πλαίσιο των άρθρων 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22 και 23 και των Κανονισμών 6, 7 και 8 των περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία (Προστασία κατά τη Διαχείριση Εξορυκτικών Αποβλήτων) Κανονισμών του 2009 και περιλαμβάνει τις μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος·

«εξορυκτικά απόβλητα» σημαίνει τα απόβλητα που προκύπτουν από την αναζήτηση, την εξόρυξη, την επεξεργασία και την αποθήκευση ορυκτών πόρων και από την εκμετάλλευση λατομείων·

«εξορυκτικές βιομηχανίες» σημαίνει όλες τις μονάδες και επιχειρήσεις, που ασχολούνται με την επιφανειακή ή υπόγεια εξόρυξη ορυκτών πόρων για εμπορικούς σκοπούς, περιλαμβανομένης της εξόρυξης μέσω γεώτρησης ή της επεξεργασίας του εξορυχθέντος υλικού˙

«επεξεργασία» σημαίνει τις μηχανικές, φυσικές, βιολογικές, θερμικές ή χημικές διεργασίες ή το συνδυασμό διεργασιών, στις οποίες υποβάλλονται οι ορυκτοί πόροι, περιλαμβανομένων όσων προέρχονται από τη λειτουργία λατομείων, προκειμένου να εξαχθεί το ορυκτό, και περιλαμβάνει -

(α)τη μεταβολή μεγέθους·

(β)την ταξινόμηση·

(γ)το διαχωρισμό·

(δ)την εκχύλιση·

(ε)την επανεπεξεργασία αποβλήτων που είχαν προηγουμένως απορριφθεί,

εξαιρουμένων όμως-

(αα)της τήξης·

(ββ)των διαδικασιών θερμικής βιομηχανικής επεξεργασίας, αλλά περιλαμβανομένης της καύσης ασβεστόλιθου· και

(γγ)των μεταλλουργικών διεργασιών˙

«επικίνδυνα απόβλητα» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2, του περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«επικίνδυνη ουσία» σημαίνει ουσία, μείγμα ή παρασκεύασμα που είναι επικίνδυνα κατά την έννοια -

(α)του περί Χημικών Ουσιών, Παρασκευασμάτων και Προϊόντων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, και

(β)των περί Χημικών Ουσιών, Παρασκευασμάτων και Προϊόντων (Ταξινόμηση, Συσκευασία και Επισήμανση Επικίνδυνων Ουσιών και Παρασκευασμάτων) Κανονισμών, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται.

«επιφανειακά ύδατα» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«εσωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης» σημαίνει το εσωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης που αναφέρεται στον Κανονισμό 7 των περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία (Προστασία κατά τη Διαχείριση Εξορυκτικών Αποβλήτων) Κανονισμών, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται.

«ζώνες ειδικής προστασίας» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«κάτοχος αποβλήτων» σημαίνει τον παραγωγό των εξορυκτικών αποβλήτων ή το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στην κατοχή του οποίου βρίσκονται τα απόβλητα˙

«κοινό» σημαίνει ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, καθώς και τις ενώσεις, οργανώσεις ή ομάδες αυτών·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

«κυάνιο διασπώμενο με ασθενές οξύ» σημαίνει το κυάνιο και τις κυανιούχες ενώσεις που διασπώνται με ασθενές οξύ, σε καθορισμένο pH˙

«λατομείο» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 3 του περί Ρύθμισης Μεταλλείων και Λατομείων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«λίμνη» σημαίνει τη φυσική ή τεχνητή μονάδα, που χρησιμοποιείται για την εναπόθεση λεπτόκοκκων αποβλήτων, συνήθως απορριμμάτων κατεργασίας, μαζί με ποικίλες ποσότητες ελεύθερου νερού, που προκύπτουν από την επεξεργασία ορυκτών πόρων και από τον καθαρισμό και την ανακύκλωση λυμάτων κατεργασίας˙

«μεταβατικά ύδατα» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«μεταλλείο» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 3 του περί Ρύθμισης Μεταλλείων και Λατομείων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«μη ρυπανθέν χώμα» σημαίνει το χώμα που αφαιρείται από το ανώτερο στρώμα του εδάφους κατά τις εξορυκτικές δραστηριότητες και το οποίο δεν θεωρείται ρυπανθέν σύμφωνα με την περιβαλλοντική νομοθεσία·

«οδηγία 2006/21/ΕΚ» σημαίνει την οδηγία 2006/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2006 σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ˙

«ορυκτός πόρος» ή «ορυκτό» σημαίνει το κοίτασμα οργανικής ή ανόργανης ουσίας, που απαντάται φυσικά στο φλοιό της γης, όπως τα ενεργειακά καύσιμα, τα μεταλλεύματα, τα βιομηχανικά και λατομικά ορυκτά, εξαιρουμένου του νερού·

«ουσιαστική μεταβολή» σημαίνει τη μεταβολή της δομής ή της λειτουργίας εγκατάστασης εξορυκτικών αποβλήτων, η οποία, κατά τη γνώμη της αρμόδιας αρχής, ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις για την ανθρώπινη υγεία και/ ή το περιβάλλον·

«παράκτια ύδατα» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«Περιβαλλοντική Αρχή» σημαίνει το Διευθυντή της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·

«περιβαλλοντική νομοθεσία» σημαίνει το σύνολο της εκάστοτε σε ισχύ στη Δημοκρατία πρωτογενούς και δευτερογενούς νομοθεσίας, που ρυθμίζει θέματα περιβάλλοντος·

«σοβαρό ατύχημα» σημαίνει συμβάν, που λαμβάνει χώρα στον τόπο της εγκατάστασης εξορυκτικών αποβλήτων κατά τη διάρκεια εργασίας διαχείρισης εξορυκτικών αποβλήτων, το οποίο θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία και/ ή το περιβάλλον, άμεσα ή μακροπρόθεσμα, επιτόπου ή εκτός της εγκατάστασης εξορυκτικών αποβλήτων·

«σωρός» σημαίνει τον τεχνικό σχηματισμό για την εναπόθεση στερεών αποβλήτων στην επιφάνεια του εδάφους·

«Τεχνική Επιτροπή Διαχείρισης Εξορυκτικών Αποβλήτων» σημαίνει την επιτροπή που ιδρύεται με βάση το άρθρο 36 του παρόντος Νόμου˙

«τόπος» σημαίνει τη συνολική έκταση σε συγκεκριμένη γεωγραφική θέση, η οποία βρίσκεται υπό το διαχειριστικό έλεγχο ενός φορέα·

«τόπος κοινοτικής σημασίας» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«υδάτινο σύστημα υποδοχής» σημαίνει τα επιφανειακά ύδατα, τα υπόγεια ύδατα, τα μεταβατικά ύδατα και τα παράκτια ύδατα·

«υπεράκτια» σημαίνει την περιοχή της θάλασσας και του θαλάσσιου βυθού που εκτείνεται πέραν της γραμμής της κατωτάτης ρηχίας της κανονικής ή μέσης παλίρροιας·

«υπόγεια ύδατα» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·

«φορέας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο είναι υπεύθυνο, σύμφωνα με την περιβαλλοντική νομοθεσία, για τη διαχείριση εξορυκτικών αποβλήτων, η οποία λαμβάνει χώρα στο έδαφος της Δημοκρατίας και περιλαμβάνει -

(α)την προσωρινή αποθήκευση εξορυκτικών αποβλήτων·

(β)τη φάση της λειτουργίας εγκατάστασης εξορυκτικών αποβλήτων· και

(γ)τη μετά το κλείσιμο εγκατάστασης εξορυκτικών αποβλήτων φάση· και

«φράγμα» σημαίνει την τεχνητή κατασκευή που έχει σχεδιασθεί για τη συγκράτηση ή τον περιορισμό των νερών και/ ή των αποβλήτων εντός λίμνης.