5. (1) Αγωγή δυνάμει του άρθρου 4 δύναται να εγερθεί για παραβίαση του δικαιώματος σε υπόθεση που περατώθηκε με τελεσίδικη δικαστική απόφαση σε σχέση με παραβίαση του δικαιώματος σε οποιοδήποτε στάδιο της υπόθεσης, περιλαμβανομένου εκείνου της εκτέλεσης δικαστικής απόφασης, ανεξάρτητα αν για την παραβίαση του δικαιώματος στο στάδιο εκτέλεσης υπέχουν ευθύνη οι δικαστικές αρχές, ή άλλες αρχές της Δημοκρατίας. Η αγωγή εγείρεται εντός ενός έτους από την ημερομηνία περάτωσης της υπόθεσης με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή την ημερομηνία εκτέλεσης, ανάλογα με την περίπτωση, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης ότι η αγωγή δεν ήταν εύλογα δυνατόν να εγερθεί εντός της πιο πάνω προθεσμίας.
(2) Αγωγή δυνάμει του άρθρου 4 δύναται να εγερθεί και για παραβίαση του δικαιώματος σε υπόθεση που περατώθηκε με τελεσίδικη δικαστική απόφαση πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, ή στην οποία εκκρεμεί η εκτέλεση απόφασης που εκδόθηκε πριν την εν λόγω ημερομηνία, δεδομένου ότι η αγωγή εγείρεται εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου ή την ημερομηνία εκτέλεσης μετά την έναρξη της ισχύος αυτού, ανάλογα με την περίπτωση, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης ότι η αγωγή δεν ήταν εύλογα δυνατόν να εγερθεί εντός της πιο πάνω προθεσμίας.
(3) Σε σχέση με αγωγή δυνάμει του άρθρου 4 και για ζητήματα δικονομίας και πρακτικής για τα οποία δεν γίνεται ειδική ρύθμιση στον παρόντα Νόμο, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου και οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας εκτός στην έκταση και για ζητήματα για τα οποία το Ανώτατο Δικαστήριο ήθελε εκδώσει σχετικό διαδικαστικό κανονισμό.