7. (1) Χωρίς βλάβη στο δικαίωμα έγερσης αγωγής δυνάμει των άρθρων 4 και 5, πρόσωπο που είναι διάδικος σε εκκρεμούσα υπόθεση στην οποία εφαρμόζεται ο παρών Νόμος δικαιούται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ενόσω εκκρεμεί η υπόθεση, να προσφύγει στα ένδικα μέσα που προβλέπονται στο εδάφιο (2) σε σχέση με ισχυρισμό του ότι παραβιάστηκε στην υπόθεση το δικαίωμά του σε διάγνωση των αστικών δικαιωμάτων ή υποχρεώσεών του σε εύλογο χρόνο.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), διάδικος που ισχυρίζεται ότι παραβιάστηκε σε εκκρεμούσα υπόθεση επαρχιακού δικαστηρίου ή υπόθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου το δικαίωμά του σε διάγνωση αστικών δικαιωμάτων ή υποχρεώσεών του σε εύλογο χρόνο δικαιούται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας να προσφύγει με πρωτογενή αίτηση κατά της Δημοκρατίας στο αρμόδιο κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 8 δικαστήριο για εξέταση του ισχυρισμού και απόδοση θεραπειών για την παραβίαση που προβλέπει ο παρών Νόμος, και για την έκδοση απόφασης για τα ζητήματα αυτά.
(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) εφαρμόζονται και σε σχέση με υποθέσεις που κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο.
(4) Δεν αναστέλλεται ή αναβάλλεται οποιαδήποτε διαδικασία σε υπόθεση που εκκρεμεί, λόγω υποβολής αίτησης δυνάμει του παρόντος άρθρου ή εν αναμονή της περάτωσης της εξέτασής της.
(5) Σε σχέση με αίτηση δυνάμει των άρθρων 7 και 8 και για ζητήματα δικονομίας και πρακτικής για τα οποία δε γίνεται ειδική ρύθμιση στον παρόντα Νόμο, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου και οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας εκτός στην έκταση και για ζητήματα για τα οποία το Ανώτατο Δικαστήριο ήθελε εκδώσει σχετικό διαδικαστικό κανονισμό.