5.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το ποσό των εισφορών που καταβάλλεται για την απασχόληση μισθωτού, είναι ίσο με ποσοστό επί των ασφαλιστέων αποδοχών του -
(α) 15,5%, από το οποίο 6% καταβάλλεται από το μισθωτό, 6% από τον εργοδότη και 3,5% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από τις 6 Οκτωβρίου 1980,
(β) 16,6%, από το οποίο 6,3% καταβάλλεται από το μισθωτό, 6,3% από τον εργοδότη και 4% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 1993,
(γ) 17,9%, από το οποίο 6,8% καταβάλλεται από το μισθωτό, 6,8% από τον εργοδότη και 4,3% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από το μήνα εισφορών Απρίλιο 2009,
(δ) 20,2% από το οποίο 7,8% καταβάλλεται από το μισθωτό, 7,8% από τον εργοδότη και 4,6,% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2014,
(ε) 21,5%, από το οποίο 8,3% καταβάλλεται από το μισθωτό, 8,3% από τον εργοδότη και 4,9% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2019,
(στ) 23,1%, από το οποίο 8,9% καταβάλλεται από τον μισθωτό, 8,9% από τον εργοδότη και 5,3% από το Πάγιο Ταμείο, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2024,
(ζ) 24,7%, από το οποίο 9,5% καταβάλλεται από τον μισθωτό, 9,5% από τον εργοδότη και 5,7% από το Πάγιο Ταμείο, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2029,
(η) 26,4% από το οποίο 10,2% καταβάλλεται από τον μισθωτό, 10,2% από τον εργοδότη και 6% από το Πάγιο Ταμείο, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2034,
(θ) 27,7% από το οποίο 10,7% καταβάλλεται από τον μισθωτό, 10,7% από τον εργοδότη και 6,3% από το Πάγιο Ταμείο, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2039:
(2) Σε περίπτωση μισθωτού που καλύπτεται από επαγγελματικό σχέδιο συντάξεων, χωρίς ο ίδιος να εισφέρει σ’ αυτό, το ποσοστό της εισφοράς είναι ίσο με ποσοστό επί των ασφαλιστέων αποδοχών του-
(α) 15,5%, από το οποίο 3% καταβάλλεται από το μισθωτό, 9% από τον εργοδότη και 3,5% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από τις 6 Οκτωβρίου 1980,
(β) 16,6%, από το οποίο 3,2% καταβάλλεται από το μισθωτό, 9,4% από τον εργοδότη και 4% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 1993,
(γ) 17,9%, από το οποίο 3,45% καταβάλλεται από το μισθωτό, 10,15% από τον εργοδότη και 4,3% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από το μήνα εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Απριλίου 2009,
(δ) 20,2%, από το οποίο 3,95% καταβάλλεται από το μισθωτό, 11,65% από τον εργοδότη και 4,6% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2014,
(ε) 21,5%, από το οποίο 4,2% καταβάλλεται από το μισθωτό, 12,4% από τον εργοδότη και 4,9% από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2019,
(στ) 23,1%, από το οποίο 4,55% καταβάλλεται από τον μισθωτό, 13,25% από τον εργοδότη και 5,3% από το Πάγιο Ταμείο, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2024,
(ζ) 24,7%, από το οποίο 4,9% καταβάλλεται από τον μισθωτό, 14,1% από τον εργοδότη και 5,7% από το Πάγιο Ταμείο, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2029,
(η) 26,4%, από το οποίο 5,35% καταβάλλεται από τον μισθωτό, 15,05% από τον εργοδότη και 6% από το Πάγιο Ταμείο, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2034,
(θ) 27,7%, από το οποίο 5,6% καταβάλλεται από τον μισθωτό, 15,8% από τον εργοδότη και 6,3% από το Πάγιο Ταμείο, από το έτος εισφορών που αρχίζει κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2039:
(3) Για τους σκοπούς υπολογισμού του ποσού της εισφοράς, που καταβάλλεται για κάθε περίοδο εισφοράς σε σχέση με την απασχόληση μαθητευομένου χωρίς αποδοχές ή με αποδοχές κατώτερες του 50% των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών, ο μαθητευόμενος λογίζεται ότι λαμβάνει αποδοχές ίσες με το 50% των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών.
(4) Για τους σκοπούς υπολογισμού του ποσού της εισφοράς, που καταβάλλεται για κάθε περίοδο εισφοράς, σε σχέση με την απασχόληση μισθωτού που εκτίει ποινή φυλάκισης και για τον οποίο εφαρμόζεται η επιφύλαξη του άρθρου 4, ο μισθωτός λογίζεται ότι λαμβάνει αποδοχές όχι κατώτερες από τις βασικές ασφαλιστέες αποδοχές.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 10, ο εργοδότης ευθύνεται για την καταβολή στο Ταμείο τόσο της εισφοράς που ο ίδιος οφείλει, όσο και της εισφοράς που οφείλει ο μισθωτός και η εισφορά του μισθωτού η οποία καταβλήθηκε από τον εργοδότη λογίζεται ότι καταβλήθηκε από το μισθωτό.
(6) Για κατηγορίες μισθωτών που απασχολούνται συνήθως από δύο ή περισσότερους εργοδότες μέσα στην ίδια περίοδο εισφοράς, δύναται με Κανονισμούς να γίνει πρόβλεψη για καταβολή στο Ταμείο από το μισθωτό και των δύο εισφορών τις οποίες ευθύνεται να καταβάλει ο εργοδότης σύμφωνα με το εδάφιο (5), καθώς και για τις υποχρεώσεις του μισθωτού και του εργοδότη σε τέτοιες περιπτώσεις.