49.-(1) Μισθωτός, που υφίσταται σωματική βλάβη λόγω επαγγελματικού ατυχήματος, δικαιούται παροχές λόγω αναπηρίας, εάν, ως αποτέλεσμα της σχετικής σωματικής βλάβης, την τέταρτη ή οποιαδήποτε μεταγενέστερη του σχετικού ατυχήματος ημέρα, πάσχει από απώλεια φυσικής ή πνευματικής ικανότητας και την ημέρα αυτή δεν δικαιούται επίδομα σωματικής βλάβης, εκτός εάν είναι ημέρα για την οποία εφαρμόζεται η επιφύλαξη του εδαφίου (1) του άρθρου 48:
Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, δεν θεωρείται ότι επήλθε απώλεια ικανότητας οποτεδήποτε, εάν ο βαθμός της αναπηρίας που προέκυψε, όπως αυτός υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (2) έως και (6), είναι κατώτερος του 10%.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο βαθμός αναπηρίας, υπολογίζεται εάν στην αναπηρία που υπέστη ο αιτητής ως αποτέλεσμα της σχετικής απώλειας ικανότητας, εφαρμοστούν οι ακόλουθες γενικές αρχές:
(α) Τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (β) έως (ε) του παρόντος εδαφίου, λαμβάνονται υπόψη μόνο οι αναπηρίες, είτε συνεπάγονται απώλεια της προς το κερδίζειν ικανότητας ή πρόσθετες δαπάνες είτε όχι, τις οποίες ο αιτητής, έχοντας υπόψη τη φυσική και πνευματική του κατάσταση την ημέρα του υπολογισμού, παρουσιάζει κατά την περίοδο που λαμβάνεται ως βάση του υπολογισμού, σε σύγκριση με πρόσωπο της ίδιας ηλικίας και φύλου, του οποίου η φυσική και πνευματική κατάσταση είναι κανονική·
(β) με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), κάθε τέτοια αναπηρία θεωρείται ότι είναι αποτέλεσμα της σχετικής απώλειας ικανότητας, εκτός από τις περιπτώσεις, στις οποίες ο αιτητής -
(i) θα υφίστατο οπωσδήποτε την αναπηρία αυτή, λόγω κάποιας εκ γενετής ανωμαλίας ή σωματικής βλάβης, την οποία υπέστη, ή ασθένειας από την οποία προσβλήθηκε πριν το σχετικό ατύχημα, ή
(ii) δεν θα υφίστατο τέτοια αναπηρία, εάν μετά το σχετικό ατύχημα δεν προσβαλλόταν από ασθένεια που δεν μπορεί να αποδοθεί στο ατύχημα αυτό·
(γ) ο υπολογισμός γίνεται χωρίς οποιαδήποτε αναφορά σε άλλη ειδική κατάσταση του αιτητή, εκτός από την ηλικία, το φύλο και τη φυσική και πνευματική του κατάσταση·
(δ) ο βαθμός αναπηρίας για τις απώλειες ικανότητας που καθορίζονται στον Έκτο Πίνακα είναι η εκατοστιαία αναλογία που αναγράφεται απέναντι από την κάθε μια και ο βαθμός για τις υπόλοιπες αναπηρίες υπολογίζεται ανάλογα·
(ε) στον υπολογισμό του βαθμού αναπηρίας λαμβάνεται υπόψη και τυχόν παραμόρφωση λόγω της σχετικής σωματικής βλάβης.
(3) Για τον υπολογισμό του βαθμού αναπηρίας του αιτητή λαμβάνεται υπόψη χρονικό διάστημα, όχι νωρίτερα της τέταρτης ημέρας από το σχετικό ατύχημα, εφόσον την ημέρα αυτή ο αιτητής πάσχει και αναμένεται ότι θα εξακολουθήσει να πάσχει από τη σχετική απώλεια ικανότητας:
Νοείται ότι, εάν κατά τον υπολογισμό του βαθμού αναπηρίας η κατάσταση του αιτητή είναι τέτοια, που λαμβάνοντας υπόψη τις μεταβολές, προβλεπτές ή μη, που είναι δυνατόν να επέλθουν σ’ αυτή, δεν επιτρέπει οριστικό υπολογισμό για ολόκληρο το εν λόγω χρονικό διάστημα -
(α) γίνεται προσωρινός υπολογισμός με βάση άλλο μικρότερο διάστημα που κρίνεται εύλογο, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του αιτητή και τη δυνατότητα μεταβολής της, όπως αναφέρεται ανωτέρω, και
(β) ως βάση του επόμενου υπολογισμού λαμβάνεται το χρονικό διάστημα που αρχίζει από τη λήξη του διαστήματος που αποτέλεσε τη βάση του προσωρινού υπολογισμού.
(4) Στον υπολογισμό εκτίθεται ο βαθμός αναπηρίας σε εκατοστιαία αναλογία και καθορίζεται επίσης το χρονικό διάστημα που αποτελεί τη βάση υπολογισμού:
Νοείται ότι, όταν αυτό είναι ορισμένης διάρκειας καθορίζεται κατά πόσον πρόκειται για προσωρινό ή οριστικό υπολογισμό.
(5) Όταν ο βαθμός αναπηρίας, για το χρονικό διάστημα που αποτελεί τη βάση υπολογισμού, υπολογίζεται σε ποσοστό κατώτερο του 20%, η παροχή λόγω αναπηρίας χορηγείται υπό μορφή εφάπαξ βοηθήματος, που στον παρόντα Νόμο αναφέρεται ως «βοήθημα αναπηρίας».
(6) Όταν ο βαθμός αναπηρίας, για το χρονικό διάστημα που αποτελεί τη βάση υπολογισμού, υπολογίζεται σε ποσοστό ίσο ή μεγαλύτερο του 20%, η παροχή λόγω αναπηρίας είναι σύνταξη, που στον παρόντα Νόμο αναφέρεται ως «σύνταξη αναπηρίας»:
Νοείται ότι, η χορήγηση της σύνταξης τερματίζεται με τη λήξη του χρονικού διαστήματος που αποτελεί τη βάση υπολογισμού της ή με το θάνατο του δικαιούχου, οποιοδήποτε επισυμβεί νωρίτερα.