15.-(1) Το Συμβούλιο με την έναρξη λειτουργίας του Φορέα, συστήνει Ταμείο, στο οποίο κατατίθενται όλα τα έσοδα του Φορέα και από το οποίο καταβάλλονται όλες οι δαπάνες του, εφεξής καλούμενο «Ταμείο».
(2) Τα έσοδα του Φορέα προέρχονται από -
(α)την καταβολή τέλους ύψους είκοσι ευρώ (€ 20) από τον καταναλωτή στο Φορέα ανά παράπονο, η οποία γίνεται με την υποβολή του παραπόνου στον Επίτροπο· και
(β)την καταβολή από κάθε χρηματοοικονομική επιχείρηση προς το Φορέα, πάγιας ετήσιας εισφοράς, σύμφωνα με Οδηγίες που εκδίδει το Συμβούλιο:
Νοείται ότι, το Συμβούλιο, στα πλαίσια του ετήσιου προϋπολογισμού του, καθορίζει το ύψος της ετήσιας εισφοράς εκάστου χρηματοοικονομικού τομέα, η οποία στο σύνολό της, κατανέμεται ως ακολούθως:
(i)σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατόν (70%), κατ΄ αναλογίαν της συνεισφοράς του κάθε τομέα στο συνολικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν που αντιστοιχεί στο σύνολο των χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων· και
(ii)σε ποσοστό τριάντα τοις εκατόν (30%), κατ’ αναλογίαν του αριθμού των παραπόνων που έχουν υποβληθεί ανά τομέα κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος και για τα οποία η γραπτώς εκδοθείσα απόφαση του Επιτρόπου στρέφεται εναντίον των χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων:
Νοείται περαιτέρω ότι, το Συμβούλιο καθορίζει την εισφορά εκάστης χρηματοοικονομικής επιχείρησης, στη βάση του συνολικού ποσού που αναλαμβάνει ο κάθε τομέας ξεχωριστά, λαμβάνοντας υπόψη τις εισηγήσεις του εκπροσώπου του κάθε τομέα:
Νοείται έτι περαιτέρω ότι, το ύψος της πάγιας ετήσιας εισφοράς του κάθε τομέα, καθορίζεται αφού πρώτα ληφθεί υπόψη το σύνολο όλων των εσόδων και δαπανών, καθώς και οποιοδήποτε τυχόν πλεόνασμα έχει συσσωρευτεί κατά τα προηγούμενα έτη.
(γ)την καταβολή από κάθε χρηματοοικονομική επιχείρηση στο Φορέα-
(i)του ποσού των τριακόσιων πενήντα ευρώ (€350) για κάθε παράπονο που υποβάλλεται στο Φορέα, για το οποίο η απόφαση του Επιτρόπου στρέφεται εναντίον της χρηματοοικονομικής επιχείρησης:
Νοείται ότι, το πιο πάνω ποσό καταβάλλεται από τη χρηματοοικονομική επιχείρηση, έστω και εάν η χρηματοοικονομική επιχείρηση δεν έχει αποδεχτεί την απόφαση ή έχει στο μεταξύ επέλθει διακανονισμός.
(ii)του κόστους για τις υπηρεσίες που δυνατό να έχουν παρασχεθεί στο Φορέα από εμπειρογνώμονα κατά την εξέταση του παραπόνου· και
(δ)τις επιβαρύνσεις που καθίστανται πληρωτέες σε περίπτωση που χρηματοοικονομική επιχείρηση παραλείψει να καταβάλει στο Φορέα τα ποσά που ορίζονται στις παραγράφους (β) και (γ) του παρόντος εδαφίου.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), ο Φορέας δύναται να έχει επιπρόσθετους πόρους από-
(α)προσόδους από επενδύσεις των διαθεσίμων του Ταμείου όπως ορίζεται στο άρθρο 17· και
(β)προσόδους του Ταμείου από κρατικές χορηγίες.