28.-(1) Κάθε αρμόδια εποπτική αρχή διαβιβάζει προς το Φορέα, εντός εξήντα (60) ημερών από της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου:
(α)τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των εποπτευομένων από αυτή χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων που παρέχουν χρηματοοικονομικές υπηρεσίες στη Δημοκρατία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, προσδιορίζοντας το είδος των παρεχόμενων από την κάθε χρηματοοικονομική επιχείρηση υπηρεσιών, και
(β)όλα τα παράπονα που υποβλήθηκαν προς αυτή από καταναλωτές, η εξέταση των οποίων δεν έχει ολοκληρωθεί κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.
(2) Με την παραλαβή των παραπόνων από το Φορέα και εφόσον αυτά εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του, ο Επίτροπος επικοινωνεί με τους καταναλωτές που υπέβαλαν τα παράπονα αυτά και ζητά απ’ αυτούς να δηλώσουν κατά πόσο επιθυμούν το παράπονό τους να εξεταστεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή να μην εξεταστεί και τους πληροφορεί ότι σε περίπτωση που επιθυμούν το παράπονό τους να εξεταστεί από το Φορέα, η διαδικασία θα πρέπει να προχωρήσει βάσει των διατάξεων του άρθρου 11:
Νοείται ότι, για παράπονα που δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Φορέα, ή για τα οποία ο καταναλωτής δεν επιθυμεί να εξεταστούν από το Φορέα, η διαδικασία εξέτασής τους συνεχίζεται από την αρμόδια εποπτική αρχή.
(3) Παράπονα, τα οποία υποβάλλονται κατά χρηματοοικονομικής επιχείρησης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 11 μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, τα οποία στη συνέχεια υποβάλλονται στον Επίτροπο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12 εντός περιόδου είκοσι δύο (22) μηνών από την ημερομηνία από την οποία ο καταναλωτής έλαβε γνώση ή που κατά την κρίση του Επιτρόπου, θα έπρεπε λογικά να είχε λάβει γνώση της επιβλαβούς ενέργειας ή της παράλειψης της χρηματοοικονομικής επιχείρησης ή του γεγονότος ότι είχε έρεισμα για υποβολή παραπόνου δύναται να εξεταστούν από τον Επίτροπο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.