9.-(1) Σε περίπτωση που διαπιστώνεται μη συμμόρφωση ή παράβαση των όρων άδειας, η Αρμόδια Αρχή ακυρώνει ή τροποποιεί την άδεια, αφού ενημερώσει σχετικά τον ενδιαφερόμενο και του δώσει την ευκαιρία να ακουστεί.
(2) Η Αρμόδια Αρχή, δύναται να αναστείλει άδεια που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει την αναφερόμενη στο εδάφιο (3) και, αν κρίνει τούτο αναγκαίο, να εμποδίσει με άλλο τρόπο να πραγματοποιηθεί η εισαγωγή και/ή η εξαγωγή και/ή η διενέργεια ελεγχόμενης δραστηριότητας, όταν, μεταγενέστερα της έκδοσης της άδειας, δημιουργηθεί βάσιμη υποψία ή προκύψουν πληροφορίες ότι –
(α) υφίσταται σοβαρός κίνδυνος παρεκτροπής της εν λόγω εισαγωγής και/ή εξαγωγής και/ή διενέργειας ελεγχόμενης δραστηριότητας αναφορικά με τον εγκριθέντα προορισμό και την τελική χρήση του ελεγχόμενου είδους ή της ελεγχόμενης δραστηριότητας ή/και
(β) οι διεθνείς συνθήκες έχουν αλλάξει σημαντικά από την ημερομηνία έκδοσης της άδειας κατά τρόπο που επιβάλλεται η αναθεώρηση της άδειας ή/και
(γ) έχουν προκύψει νέες σημαντικές πληροφορίες ή οι περιστάσεις έχουν αλλάξει σημαντικά αφότου χορηγήθηκε η άδεια κατά τρόπο που επιβάλλεται η αναθεώρηση της άδειας ή/και
(δ) επηρεάζεται δυσμενώς το εθνικό συμφέρον της Δημοκρατίας ή κράτους μέλους ή άλλης φίλιας χώρας.
(3) Σε περίπτωση που αποφασίζεται η αναστολή άδειας δυνάμει του εδαφίου (2), η Αρμόδια Αρχή αποφασίζει είτε την οριστική ακύρωση ή την τροποποίηση της άδειας, είτε την οριστική άρση της αναστολής, εντός χρονικής περιόδου τριάντα (30) εργάσιμων ημερών από την αρχική απόφαση για αναστολή, η οποία δύναται να παραταθεί για περίοδο εξήντα (60) εργάσιμων ημερών σε αιτιολογημένες περιπτώσεις.
Νοείται ότι, με την πάροδο της χρονικής περιόδου των τριάντα (30) εργάσιμων ημερών και της περιόδου της παράτασης, χωρίς λήψη σχετικής απόφασης από την Αρμόδια Αρχή, αίρεται η αναστολή και η συναλλαγή μπορεί να πραγματοποιηθεί αμέσως.