5.-(1) Το Συμβούλιο δύναται, οποτεδήποτε το κρίνει σκόπιμο, να εξουσιοδοτεί γραπτώς οποιοδήποτε αρμόδιο δημόσιο λειτουργό να ασκεί εκ μέρους του, οποιαδήποτε υπ’ αυτό, ασκούμενη βάσει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, εξουσία, είτε ολικώς είτε ως προς μέρος αυτής:
Νοείται ότι, στη γραπτή, σύμφωνα με τα πιο πάνω, εξουσιοδότηση καθορίζεται ρητά η συγκεκριμένη εξουσία, η οποία ασκείται από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό και η έκταση αυτής, όπως και η έναρξη και η λήξη της χρονικής περιόδου, εντός της οποίας αυτή θα ασκείται:
Νοείται περαιτέρω ότι, πρόσωπο, το οποίο, σύμφωνα με τα πιο πάνω, εξουσιοδοτείται προς άσκηση συγκεκριμένης εξουσίας, τηρεί τις εν γένει αρχές, οι οποίες εφαρμόζονται κατά την άσκηση των εξουσιών του Συμβουλίου, όπως και τις επί τούτω οδηγίες αυτού.
(2) Σε περίπτωση που, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον, που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, σε άλλο πρόσωπο, ο παρών Νόμος και οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί εφαρμόζονται ως εάν είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκόν αυτή πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εκτελόν αυτό, πρόσωπο.
(3) Το Συμβούλιο έχει εξουσία, οποτεδήποτε το κρίνει σκόπιμο, να τροποποιεί ή και να ανακαλεί δοθείσα, δυνάμει του εδαφίου (1), εξουσιοδότηση, με γραπτή προς τούτο ειδοποίηση τροποποίησης ή ανάκλησης της δοθείσας εξουσιοδότησης προς το πρόσωπο προς το οποίο αυτή είχε δοθεί.