49.-(1) (α) Πρόσωπο, το οποίο -
(i) προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά παράβαση των άρθρων 15(1) , (2), (3) και (6) , 18, 19, 24, 29, 30, 32 (1) και (2) , 34(1) και 49(1) (β) ,
(ii) προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά παράβαση των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει των άρθρων 11(1) , 12(3) , 13(6) , 14(2) , 15(5) , 22(2) , 23(4) και 54(1) , (2) και (3) ,
(iii) προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά παράβαση των διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει των άρθρων 11(3) , 16(1) και (2) , 17, 21(2) και (3) , 27, 28(1) , 32(3) , 33 και 54(4) , (5) και (6) ,
(iv) αρνείται ή παραλείπει να τηρήσει οποιοδήποτε όρο άδειας διαχείρισης αποβλήτων, και/ ή
(v) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006,
(vi) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1102/2008, εξαιρουμένου του άρθρου 1 αυτού,
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα 500.000 Ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.
(β) Τηρουμένων των διατάξεων οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας ρυθμίζει θέματα σχετικά με απόβλητα, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να τοποθετεί, εγκαταλείπει, ρίπτει ή αποθηκεύει απόβλητα σε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο ή να εξουσιοδοτεί ή ανέχεται οποιαδήποτε από τις πράξεις αυτές, εκτός αν -
(i) κατέχει άδεια διαχείρισης αποβλήτων, ή
(ii) η τοποθέτηση, εγκατάλειψη, ρίψη ή αποθήκευση γίνεται σε χώρο ελεγχόμενο από πρόσωπο που κατέχει άδεια διαχείρισης αποβλήτων και με τη συγκατάθεση του προσώπου αυτού.
(γ)Πρόσωπο το οποίο-
(i)Παρεμποδίζει επιθεωρητή στην εκτέλεση των καθηκόντων και εξουσιών που του ανατίθενται με βάση τον παρόντα Νόμο ή/και
(ii)παρεμποδίζει οποιοδήποτε αστυνομικό ή άλλο πρόσωπο που συνοδεύει τον Επιθεωρητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 45, να εισέλθει στα υποστατικά της εγκατάστασης ή να παράσχει βοήθεια στον Επιθεωρητή,
είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Εάν κατά την διαδικασία εκδίκασης οποιουδήποτε από τα πιο πάνω αδικήματα, υπάρχει ισχυρισμός ότι η διάπραξή του προκαλεί ή πρόκειται να προκαλέσει ρύπανση του περιβάλλοντος ή κινδύνου στη δημόσια υγεία, το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει προσωρινό διάταγμα με το οποίο να απαγορεύει τη συνέχιση ή την επανάληψη της πράξης ή παράλειψης η οποία προκαλεί τη ρύπανση ή κίνδυνο ή/και να επιβάλλει τη μετακίνηση των αποβλήτων που έχουν τοποθετηθεί, εγκαταλειφθεί, απορριφθεί ή αποθηκευτεί σε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, χωρίς να υφίσταται άδεια διαχείρισης αποβλήτων, μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης.
(3) Το εν λόγω διάταγμα εκδίδεται από Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου κατόπιν αίτησης είτε του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, είτε από μέρους και εξ ονόματος της ενδιαφερόμενης αρχής τοπικής αυτοδιοίκησης.
(4) Οι προϋποθέσεις εκδόσεως τέτοιου διατάγματος διέπονται, τηρουμένων των αναλογιών, από το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, το άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και τους σχετικούς περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς.
(5) Το προσωρινό διάταγμα που αναφέρεται στο εδάφιο (2) μπορεί να εκδοθεί και μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση, κατ΄ εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Στην περίπτωση αυτή, για σκοπούς καταχώρησης ενστάσεως ή για να καταδειχθεί εκ μέρους του αντίδικου λόγος ώστε να παύσει το εκδοθέν διάταγμα να παραμένει σε ισχύ, η σχετική προθεσμία που δύναται να τεθεί από το Δικαστήριο δεν υπερβαίνει τις δεκατέσσερις μέρες.
(6) Αν το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (1) , δεν υπακούει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει 500.000 ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.
(7) Εάν για τη διάπραξη οποιουδήποτε από τα πιο κάτω αδικήματα ευθύνεται οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση, σύμπραξη ή ανοχή -
(α) οποιουδήποτε από τα μέλη του διοικητικού ή διαχειριστικού συμβουλίου ή της επιτροπής που διαχειρίζεται τις υποθέσεις του εν λόγω νομικού προσώπου, ή
(β) του γενικού διευθυντή ή του διευθυντή ή του διευθύνοντος συμβούλου του νομικού προσώπου,
τότε η ποινική δίωξη για το αδίκημα μπορεί να στραφεί εναντίον του νομικού προσώπου και όλων ή οποιωνδήποτε από τα πιο πάνω φυσικά πρόσωπα.