53.(1) Καθιδρύεται Ειδική Επιτροπή, σκοπός της οποίας είναι να εξετάζει τη συνδρομή των προϋποθέσεων αναγνώρισης ενδιαφερόμενων ως αντιρρησιών συνείδησης και να παρέχει σχετική γνωμοδότηση στον Υπουργό.
(2) Η Ειδική Επιτροπή είναι πενταμελής, περιλαμβανομένου και του προέδρου της, και αποτελείται από -
(α)δύο καθηγητές ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με ειδικότητα στη φιλοσοφία ή στις κοινωνικές-πολιτικές επιστήμες ή στην ψυχολογία,
(β)ένα νομικό λειτουργό της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, και
(γ)δύο ανώτερους αξιωματικούς της Δύναμης, ένα του Στρατολογικού και ένα του Υγειονομικού Σώματος.
(3) Ο πρόεδρος και τα μέλη της Ειδικής Επιτροπής διορίζονται από τον Υπουργό, μετά από συνεννόηση, είτε με τον οικείο προϊστάμενό τους, είτε με τον Αρχηγό, σε σχέση με τους αξιωματικούς μέλη της.
(4) Καθήκοντα εισηγητή και γραμματέα της Ειδικής Επιτροπής εκτελεί ο αξιωματικός του Στρατολογικού Σώματος που είναι μέλος της.
(5) Η χρονική διάρκεια της θητείας της Ειδικής Επιτροπής είναι τετραετής και αρχίζει από την ημερομηνία του διορισμού του προέδρου και των μελών της.
(6) Ο Υπουργός δύναται, οποτεδήποτε, να αντικαταστήσει τον πρόεδρο ή οποιοδήποτε μέλος της Ειδικής Επιτροπής, εφόσον συντρέχει σοβαρός λόγος, με την ίδια διαδικασία που ισχύει για το διορισμό του.
(7) Σε περίπτωση προσωρινού κωλύματος του προέδρου της Ειδικής Επιτροπής να εκτελεί τα καθήκοντα του, ο Υπουργός διορίζει ένα από τα μέλη της να εκτελεί καθήκοντα προέδρου, για όσο χρόνο διαρκεί το κώλυμα.
(8) Τρία μέλη της Ειδικής Επιτροπής, περιλαμβανομένου του προέδρου, ή του ασκούντος καθήκοντα προέδρου, σύμφωνα με το εδάφιο (7), αποτελούν απαρτία.
(9) Οι αποφάσεις της Ειδικής Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και, σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.
(10) Η Ειδική Επιτροπή, εφόσον υπάρχουν αιτήματα για εξέταση, συγκαλείται από τον πρόεδρο της και συνεδριάζει όσες φορές απαιτείται.
(11) Ο τόπος των συνεδριάσεων της Ειδικής Επιτροπής καθορίζεται από τον πρόεδρό της σε συνεννόηση με τη Διεύθυνση Στρατολογικού της Δύναμης, η οποία παρέχει σ’ αυτήν την αναγκαία γραμματειακή υποστήριξη.
(12) Πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες πριν από κάθε συνεδρίαση της Ειδικής Επιτροπής, η Διεύθυνση Στρατολογικού της Δύναμης συγκεντρώνει τους φακέλους των προς εξέταση υποθέσεων και τους παραδίδει στον εισηγητή της Επιτροπής, ο οποίος τους θέτει υπόψη του προέδρου της, για την περαιτέρω διαδικασία, σύμφωνα με το εδάφιο (1).
(13) Η Ειδική Επιτροπή εξετάζει τις υποθέσεις των ενδιαφερόμενων που ζητούν να αναγνωρισθούν ως αντιρρησίες συνείδησης και τους δίνει την ευκαιρία να ακουσθούν, εκτός εάν το αίτημά τους κριθεί δικαιολογημένο μέσα από τα δικαιολογητικά που υποβάλλουν:
(14) Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Ειδική Επιτροπή κρίνει ότι απαιτείται η αυτοπρόσωπη παρουσία του ενδιαφερόμενου ενώπιόν της, αλλά αυτός, παρά το ότι προσκαλείται, δεν παρουσιάζεται κατά την οριζόμενη απ’ αυτήν ημερομηνία, το αίτημά του τίθεται μεν για εξέταση, όμως το γεγονός της μη παρουσίασής του αναγράφεται στα σχετικά πρακτικά.
(15) Η Ειδική Επιτροπή, προτού καταλήξει στη γνωμοδότησή της, λαμβάνει υπόψη κατά πόσο -
(α) η υποβληθείσα αίτηση και τα αναγκαία δικαιολογητικά που τη συνοδεύουν είναι πλήρη·
(β) οι προβαλλόμενοι και οι τυχόν αναπτυχθέντες από τον αιτητή λόγοι στοιχειοθετούνται επαρκώς· και
(γ) η πραγματική συνολική εικόνα και οι άλλες γνωστές στην Ειδική Επιτροπή πραγματικότητες δεν δημιουργούν αμφιβολίες για τους ισχυρισμούς του αιτητή που περιλαμβάνονται στην αίτησή του ή στις προφορικές του δηλώσεις και εξηγήσεις κατά την τυχόν ακρόασή του ενώπιον της Επιτροπής.
(16) Για κάθε υπόθεση που εξετάζει η Ειδική Επιτροπή τηρούνται πρακτικά, στα οποία αναγράφεται και η γνωμοδότησή της σχετικά με την αναγνώριση ή μη του ενδιαφερόμενου ως αντιρρησία συνείδησης, για σκοπούς εκπλήρωσης είτε εναλλακτικής στρατιωτικής υπηρεσίας είτε εναλλακτικής κοινωνικής υπηρεσίας.
(17) Μετά την υπογραφή από την Ειδική Επιτροπή των πρακτικών που προνοούνται στο εδάφιο (16), ο εισηγητής της Επιτροπής παραδίδει τους σχετικούς φακέλους στη Διεύθυνση Στρατολογικού της Δύναμης, η οποία τους υποβάλλει στον Υπουργό, καταχωρώντας σε κάθε φάκελο αντίγραφο του σχετικού πρακτικού.
(18) Ο Υπουργός λαμβάνει την απόφασή του, για αναγνώριση ή μη αναγνώριση ενδιαφερόμενου ως αντιρρησία συνείδησης, το αργότερο μέσα σε ένα (1) μήνα από την υποβολή σ’ αυτόν των σχετικών φακέλων, σύμφωνα με το εδάφιο (17) και, σε περίπτωση αναγνώρισης του ενδιαφερόμενου ως αντιρρησία συνείδησης, καθορίζει εκάστοτε το φορέα του δημόσιου τομέα στον οποίο θα διατεθεί, καθώς και την προθεσμία παρουσίασής του στον εν λόγω φορέα: