7.-(1) Σε περίπτωση λήψης ενός ή περισσοτέρων μέτρων στήριξης που προβλέπονται στις παραγράφους (β) και (γ) του άρθρου 4, ο Υπουργός, κατόπιν εισήγησης της Κεντρικής Τράπεζας δύναται να θέτει όρους τόσο στα Ταμεία όσο και στα μέλη τους.
(2) Σε περίπτωση λήψης ενός ή περισσοτέρων μέτρων στήριξης που προβλέπονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, ο Υπουργός με τη σύμφωνη γνώμη της Κεντρικής Τράπεζας δύναται, ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, του περί Δημοσίων Προτάσεων Εξαγοράς Νόμου, του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου καθώς και οποιουδήποτε άλλου νόμου-
(α) να περιορίζει την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από μετοχές ή δικαιώματα ψήφου που κατέχουν οι μέτοχοι του επωφελούμενου χρηματοοικονομικού οργανισμού ως προς όλα ή μερικά από τα θέματα, σε σχέση με τα οποία ασκούνται τα δικαιώματα ψήφου:
Νοείται ότι, οι μέτοχοι διατηρούν το δικαίωμα πώλησης, διάθεσης, μεταβίβασης ή με άλλο τρόπο αποξένωσης των μετοχών που κατέχουν·
(β) να διορίζει την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή της Επιτροπείας του επωφελούμενου χρηματοοικονομικού οργανισμού με τη σύμφωνη γνώμη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού και να καθορίζει τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, όπως και τους όρους του καταστατικού ή των ειδικών κανονισμών του επωφελούμενου χρηματοοικονομικού οργανισμού που αφορούν συμβούλους ή μέλη Επιτροπείας, που θα εφαρμόζονται επί των συμβούλων ή μελών της Επιτροπείας που διορίζονται δυνάμει του παρόντος άρθρου:
Νοείται ότι, στην περίπτωση που οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε συνδυασμό με το μέτρο στήριξης που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, οι εξουσίες του Υπουργού δε θεωρείται ότι απορρέουν από τη συμμετοχή της Δημοκρατίας στην ιδιοκτησιακή δομή του επωφελούμενου χρηματοοικονομικού οργανισμού, αλλά απευθείας από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·
(γ) να θέτει στους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, οποιουσδήποτε όρους περιλαμβανομένων περιορισμών στη διάθεση χρηματοπιστωτικών προϊόντων στην αγορά ή στην επέκταση των δραστηριοτήτων τους.