10.-(1) Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας διαμεσολάβησης ο διαμεσολαβητής ασκεί τα καθήκοντά του με επιμέλεια, ανεξαρτησία και αμεροληψία, κατά τρόπο κατάλληλο και αποτελεσματικό, ανεξαρτήτως της ιδιότητας ή του επαγγέλματος του στη Δημοκρατία και ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο ορίστηκε ή ανέλαβε να διεξαγάγει την εν λόγω διαμεσολάβηση και δεν υπόκειται στον έλεγχο ούτε ακολουθεί τις οδηγίες οποιουδήποτε προσώπου ή αρχής.
(2) Διαμεσολαβητής, στον οποίο προτείνεται να αναλάβει, ή ο οποίος έχει ήδη αναλάβει, τη διεξαγωγή διαμεσολάβησης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οφείλει έγκαιρα και πριν αποδεχτεί το διορισμό του ή αμέσως μόλις διαφανεί η σύγκρουση συμφέροντος ή το άλλο συμφέρον, να δηλώνει εγγράφως οποιαδήποτε σύγκρουση συμφέροντος ή οποιοδήποτε περιστατικό ή οικονομικό ή άλλο συμφέρον το οποίο ενδέχεται να επηρεάσει ή να δώσει την εντύπωση ότι επηρεάζει την ανεξαρτησία του και αρνείται το διορισμό του ή παραιτείται από διαμεσολαβητής, ανάλογα με την περίπτωση, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν ρητά ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει τη διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1):
Νοείται ότι, οι περιστάσεις που αναφέρονται πιο πάνω περιλαμβάνουν -
(α) κάθε προσωπική ή επαγγελματική σχέση του διαμεσολαβητή με ένα από τα μέρη στη διαμεσολάβηση,
(β) οποιοδήποτε, άμεσο ή έμμεσο, οικονομικό ή άλλο συμφέρον του διαμεσολαβητή, από την έκβαση της διαμεσολάβησης,
(γ) οποιαδήποτε ενέργεια στο παρελθόν του ίδιου του διαμεσολαβητή ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου, που εργοδοτείται ή κατέχει οποιαδήποτε θέση στο νομικό πρόσωπο στο οποίο εργοδοτείται ή κατέχει οποιαδήποτε θέση ο διαμεσολαβητής, υπό άλλη ιδιότητα πλην του διαμεσολαβητή για κάποιο από τα μέρη.
(3) Πριν την έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης, ο διαμεσολαβητής βεβαιώνεται ότι τα μέρη αντιλαμβάνονται τη φύση της διαδικασίας διαμεσολάβησης και το ρόλο του διαμεσολαβητή και των μερών.
(4) Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας διαμεσολάβησης, ο διαμεσολαβητής διασφαλίζει ότι τα μέρη έχουν ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στη διαδικασία.
(5) Ο διαμεσολαβητής, εφόσον του ζητηθεί, παρέχει στα μέρη πληροφορίες σχετικά με το επαγγελματικό του υπόβαθρο, την εκπαίδευση και την εμπειρία του στον τομέα της διαμεσολάβησης.
(6) Ο διαμεσολαβητής δεν επιβάλλει συγκεκριμένη επίλυση της διαφοράς, δύναται όμως, κατά την κρίση του και με σκοπό να διευκολύνει τη φιλική διευθέτηση της διαφοράς, να υποβάλλει εισηγήσεις οι οποίες δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα.
(7) Οι διαμεσολαβητές καθοδηγούνται από τον Ευρωπαϊκό Κώδικα Δεοντολογίας για τους Διαμεσολαβητές.