2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«αιτούσα αρχή» σημαίνει, ανάλογα με την περίπτωση, το κεντρικό γραφείο διασύνδεσης, το γραφείο διασύνδεσης ή το τμήμα διασύνδεσης ή οποιοδήποτε αρμόδιο λειτουργό στη Δημοκρατία ή άλλο κράτος μέλος, που υποβάλλει αίτηση συνεργασίας εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής σχετικά με φόρο που προβλέπεται στο άρθρο 4·
«ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος» σημαίνει την ανταλλαγή πληροφοριών βάσει αίτησης, την οποία απευθύνει το αιτούν κράτος μέλος προς το λαμβάνον την αίτηση κράτος μέλος για μια συγκεκριμένη υπόθεση·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Έφορο Φορολογίας·
«αρμόδιος λειτουργός» σημαίνει το λειτουργό που δύναται να προβαίνει σε απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών με βάση τον παρόντα Νόμο, για την οποία έχει εξουσιοδοτηθεί·
«αυθόρμητη ανταλλαγή» σημαίνει τη μη συστηματική γνωστοποίηση πληροφοριών, ανά πάσα στιγμή και χωρίς προηγούμενη αίτηση, σε άλλο κράτος μέλος·
«αυτόματη ανταλλαγή» σημαίνει:
(α) για τους σκοπούς του άρθρου 7 και των άρθρων 7Α και 7Γ, την συστηματική κοινοποίηση σε άλλο κράτος μέλος χωρίς προηγούμενο αίτημα, προκαθορισμένων πληροφοριών ανά καθορισμένα τακτά διαστήματα· για τους σκοπούς του άρθρου 7, η παραπομπή σε διαθέσιμες πληροφορίες σημαίνει τις πληροφορίες των φορολογικών αρχείων της Δημοκρατίας, οι οποίες μπορούν να ανακτηθούν σύμφωνα με τις διαδικασίες συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών·
(β) για τους σκοπούς του εδαφίου (3Α) του άρθρου 7, την συστηματική γνωστοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών σχετικά με φορολογικούς κατοίκους άλλων κρατών μελών στο οικείο κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας, χωρίς προηγούμενη αίτηση και ανά προκαθορισμένα τακτά διαστήματα∙
(γ) για τους σκοπούς των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εξαιρουμένων των εδαφίων (1) και (3Α) του άρθρου 7 και των άρθρων 7Α και 7Γ, την συστηματική κοινοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών όπως προβλέπεται στις παραγράφους (α) και (β).
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«δίκτυο CCN» σημαίνει την κοινή πλατφόρμα που βασίζεται στο κοινό δίκτυο επικοινωνίας (CCN) το οποίο αναπτύχθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση για όλες τις διαβιβάσεις με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των αρμόδιων αρχών στον τομέα της φορολογίας·
«διοικητική έρευνα» σημαίνει όλους τους ελέγχους, τις εξακριβώσεις και τις ενέργειες που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας·
«εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση» σημαίνει κάθε συμφωνία, γνωστοποίηση ή κάθε άλλο μέσο ή ενέργεια με παρόμοια αποτελέσματα, περιλαμβανομένων και εκείνων που εκδίδονται, τροποποιούνται ή ανανεώνονται στο πλαίσιο του φορολογικού ελέγχου, που πληροί τους ακόλουθους όρους:
(α) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται από ή για λογαριασμό της κυβέρνησης ή της εκάστοτε φορολογικής αρχής της Δημοκρατίας ανάλογα με τη φύση της φορολογίας ή των εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεων της Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, ασχέτως αν χρησιμοποιείται πράγματι ·
(β) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται για συγκεκριμένο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων και την οποία το εν λόγω πρόσωπο ή η εν λόγω ομάδα προσώπων έχει δικαίωμα να επικαλεστεί·
(γ) αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή νομοθετικής ή διοικητικής διάταξης σχετικά με τη διαχείριση ή την επιβολή της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας στη Δημοκρατία ή των εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεών της, συμπεριλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης·
(δ) αφορά διασυνοριακή συναλλαγή ή το κατά πόσο οι δραστηριότητες που ασκούνται από πρόσωπο σε άλλη δικαιοδοσία δημιουργούν μόνιμη εγκατάσταση∙ και
(ε) εκδίδεται πριν από τις συναλλαγές ή τις δραστηριότητες σε άλλη δικαιοδοσία οι οποίες ενδέχεται να δημιουργούν μόνιμη εγκατάσταση ή πριν από την υποβολή της φορολογικής δήλωσης για την περίοδο κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν η συναλλαγή ή η σειρά συναλλαγών ή οι δραστηριότητες.
Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού:
«διασυνοριακή συναλλαγή» σημαίνει συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών όπου:
(α) δεν έχουν όλα τα μέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών τη φορολογική κατοικία τους στο κράτος μέλος που εκδίδει, τροποποιεί ή ανανεώνει την εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση ή
(β) ένα από τα μέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών έχει τη φορολογική κατοικία του ταυτόχρονα σε περισσότερες από μία δικαιοδοσίες∙ ή
(γ) ένα από τα μέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών ασκεί τις δραστηριότητες του σε άλλη δικαιοδοσία μέσω μόνιμης εγκατάστασης και η συναλλαγή αποτελεί μέρος ή το σύνολο της δραστηριότητας της μόνιμης εγκατάστασης∙ ή
(δ)η συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών έχει διασυνοριακή επίπτωση.
«εκ των προτέρων συμφωνία ενδοομιλικής τιμολόγησης» σημαίνει κάθε συμφωνία, κοινοποίηση ή κάθε άλλο μέσο ή ενέργεια με παρόμοια αποτελέσματα, περιλαμβανομένων και εκείνων που εκδίδονται, τροποποιούνται ή ανανεώνονται στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου, που πληροί τους ακόλουθους όρους:
(α) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται από ή για λογαριασμό της κυβέρνησης ή της φορολογικής αρχής της Δημοκρατίας ή περισσότερων κρατών μελών, περιλαμβανομένων τυχόν εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεων του και των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, ασχέτως αν χρησιμοποιείται πράγματι·
(β) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται για συγκεκριμένο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων και την οποία το εν λόγω πρόσωπο ή η εν λόγω ομάδα προσώπων έχει δικαίωμα να επικαλεστεί· και
(γ) καθορίζει πριν από τις διασυνοριακές συναλλαγές μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων, ένα σύνολο κατάλληλων κριτηρίων για τον καθορισμό της ενδοομιλικής τιμολόγησης των εν λόγω συναλλαγών ή καθορίζει την κατανομή των κερδών σε μια μόνιμη εγκατάσταση.
Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού:
«διασυνοριακή συναλλαγή» σημαίνει συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών στην οποία συμμετέχουν συνδεδεμένες επιχειρήσεις που δεν έχουν όλες τη φορολογική κατοικία τους στο έδαφος μιας μοναδικής δικαιοδοσίας ή όταν συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών έχει διασυνοριακή επίπτωση·
«επιχειρήσεις είναι συνδεδεμένες» όταν μια επιχείρηση συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, στον έλεγχο ή στο κεφάλαιο της άλλης επιχείρησης ή τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, στον έλεγχο ή στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων·
«επιχείρηση» σημαίνει κάθε μορφή άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας·
«τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών» σημαίνει τις τιμές με τις οποίες επιχείρηση μεταβιβάζει υλικά αγαθά και άυλα περιουσιακά στοιχεία ή παρέχει υπηρεσίες σε συνδεδεμένες με αυτήν επιχειρήσεις και η «ενδοομιλική τιμολόγηση» ερμηνεύεται αναλόγως∙
«Οδηγία 2013/34/ΕΕ» σημαίνει την Οδηγία 2013/34/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου·
«Οδηγία (ΕΕ) 2015/2376» σημαίνει την Οδηγία (ΕΕ) 2015/2376 του Συμβουλίου της 8ης Δεκεμβρίου 2015 για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κεντρικό γραφείο διασύνδεσης» σημαίνει το γραφείο το οποίο έχει ορισθεί για το λόγο αυτό, με κύρια αρμοδιότητα τις επαφές με άλλα κράτη μέλη στα πλαίσια της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«λαμβάνουσα την αίτηση αρχή» σημαίνει, ανάλογα με την περίπτωση, το κεντρικό γραφείο διασύνδεσης, το γραφείο διασύνδεσης ή το τμήμα διασύνδεσης ή τον οποιοδήποτε αρμόδιο λειτουργό της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους, καλούμενο και ως αποδέκτρια αρχή, προς το οποίο υποβάλλεται αίτηση συνεργασίας αναφορικά με τους φόρους που καθορίζονται στο άρθρο 4·
«με ηλεκτρονικά μέσα» σημαίνει τη χρήση ηλεκτρονικού εξοπλισμού για την επεξεργασία, περιλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης, και αποθήκευσης δεδομένων καθώς και τη χρήση καλωδίων, ασυρμάτου, οπτικών τεχνολογιών ή άλλων ηλεκτρομαγνητικών μέσων·
«Οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου» σημαίνει την Οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Ιουνίου 2003 για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις·
«Οδηγία 2011/16/ΕΕ» σημαίνει την Οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της Οδηγίας 77/799/ΕΟΚ·
«πρόσωπο» σημαίνει:
(α) Φυσικό πρόσωπο·
(β) νομικό πρόσωπο· ή
(γ) εφόσον προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, ένωση προσώπων στην οποία αναγνωρίζεται δικαιοπρακτική ικανότητα, χωρίς όμως να έχει το νομικό καθεστώς νομικού προσώπου· ή
(δ) οποιοδήποτε άλλο νομικό μόρφωμα οποιασδήποτε φύσεως και μορφής, είτε διαθέτει νομική προσωπικότητα είτε όχι, που έχει στην κυριότητά του ή διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία τα οποία, συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος που απορρέει από αυτά, υπόκεινται σε φόρο που καλύπτεται από τον παρόντα Νόμο·
«τμήμα διασύνδεσης» σημαίνει την υπηρεσία, πλην του κεντρικού γραφείου διασύνδεσης, που έχει ορισθεί για την απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών με βάση τον παρόντα Νόμο·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών.
(2) Οποιοιδήποτε άλλοι όροι που περιέχονται στον παρόντα Νόμο και δεν ερμηνεύονται διαφορετικά, έχουν την έννοια που τους αποδίδει η εκάστοτε σε ισχύ νομοθεσία στη Δημοκρατία που αφορά φόρους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
(3) Καθόσον αφορά τα άρθρα 7(3Α), 7(3Β), 7 (5)(β), 7(5Α), 18(2), 22(2) έως 22(4), 22Α έως 22Ε, το Παράρτημα Ι και το Παράρτημα ΙΙ, ως αρμόδια αρχή νοείται το Τμήμα Φορολογίας.
(4) Αναφορικά με τις διατάξεις των εδαφίων (3Α) και (5Α) του άρθρου 7, του εδαφίου (2) του άρθρου 18 και των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 22, όροι οι οποίοι εμφαίνονται σε αυτές με κεφαλαίο γράμμα έχουν την έννοια που αποδίδεται στους αντίστοιχους όρους που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι.
(5) Καθόσον αφορά το άρθρο 7Α και το Παράρτημα ΙΙΙ, ως αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία νοείται το Τμήμα Φορολογίας.