9.-(1) Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της λαμβάνουσας την αίτηση αρχής στη Δημοκρατία και της αιτούσας αρχής και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που θεσπίζονται από τη λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία, λειτουργοί εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή δύνανται, για την ανταλλαγή πληροφοριών που προβλέπεται στα πλαίσια του παρόντος Νόμου:
α) Να είναι παρόντες στα γραφεία της λαμβάνουσας την αίτηση αρχής στη Δημοκρατία·
β) να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες, οι οποίες διεξάγονται στο έδαφος της Δημοκρατίας.
(2) Αν οι ζητούμενες πληροφορίες περιέχονται σε έγγραφα στα οποία έχουν πρόσβαση οι λειτουργοί της λαμβάνουσας την αίτηση αρχής στη Δημοκρατία, αντίγραφα των εν λόγω εγγράφων παρέχονται στους λειτουργούς της αιτούσας αρχής.
(3) Σε περίπτωση που επιτρέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία της Δημοκρατίας, η συμφωνία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δύναται να προβλέπει ότι, στην περίπτωση που λειτουργοί της αιτούσας αρχής είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες, δύνανται να διεξάγουν συνέντευξη με άτομα και να εξετάζουν φακέλους.
(4) Η άρνηση του προσώπου που υπόκειται σε έρευνα να συμμορφωθεί προς τα μέτρα ελέγχου των λειτουργών της αιτούσας αρχής αντιμετωπίζεται από τη λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία ως άρνηση κατά των δικών της λειτουργών.
(5) Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί της αιτούσας αρχής, οι οποίοι ενεργούν με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1) πρέπει, ανά πάσα στιγμή, να είναι σε θέση να παρουσιάζουν γραπτή εξουσιοδότηση, στην οποία να αναφέρονται η ταυτότητά τους και η υπηρεσιακή ιδιότητά τους.