17.-(1) Οι αιτήσεις παροχής πληροφοριών και διεξαγωγής διοικητικών ερευνών σύμφωνα με το άρθρο 6 και οι απαντήσεις τους, η αποδοχή παραλαβής τους, το αίτημα επιπρόσθετων πληροφοριών, η αδυναμία ή η άρνηση ικανοποίησης του αιτήματος σύμφωνα με το άρθρο 6, αποστέλλονται, όπου είναι δυνατό, με χρήση τυποποιημένων εντύπων τα οποία εγκρίνει η Επιτροπή.
(2) Τα τυποποιημένα έντυπα είναι δυνατό να συνοδεύονται από εκθέσεις, δηλώσεις και λοιπά έγγραφα ή πιστοποιημένα αντίγραφα ή αποσπάσματά τους.
(3) Η αιτούσα αρχή στη Δημοκρατία πρέπει να παρέχει στο τυποποιημένο έντυπο τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) Τα στοιχεία ταυτοποίησης του προσώπου που υπόκειται στην εξέταση ή έρευνα·
β) το φορολογικό σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες.
(4) Η αιτούσα αρχή στη Δημοκρατία δύναται, στο βαθμό που γνωρίζει και σύμφωνα με τις διεθνείς εξελίξεις, να παρέχει το όνομα και τη διεύθυνση οποιουδήποτε προσώπου που πιστεύει ότι έχει στην κατοχή του τις αιτούμενες πληροφορίες, καθώς και οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο δύναται να διευκολύνει τη συλλογή των πληροφοριών από τη λαμβάνουσα αρχή.
(5) Οι αυθόρμητα παρεχόμενες πληροφορίες και η αποδοχή παραλαβής τους σύμφωνα με το άρθρο 8, τα αιτήματα διοικητικών κοινοποιήσεων σύμφωνα με το άρθρο 11 και οι πληροφορίες ανατροφοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 12 αποστέλλονται με χρήση του τυποποιημένου εντύπου που εγκρίνει η Επιτροπή.
(6) Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 7 αποστέλλεται χρησιμοποιώντας τυποποιημένο ηλεκτρονικό μορφότυπο με στόχο τη διευκόλυνση της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών και με βάση τον ισχύοντα ηλεκτρονικό μορφότυπο σύμφωνα με τον Κανονισμό 8 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Παροχή Πληροφοριών Αναφορικά με Τόκους) Κανονισμών του 2005, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, ο οποίος πρέπει να χρησιμοποιείται για όλους τους τύπους αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών και ο οποίος εγκρίνεται από την Επιτροπή.
(7)(α) Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με-
(i) τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7Α· και
(ii) τις δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις δυνάμει του άρθρου 7Δ,
διενεργείται με τη χρήση τυποποιημένων εντύπων που εγκρίνει η Επιτροπή, περιλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων, τα οποία περιλαμβάνουν μόνο τα στοιχεία που προβλέπονται στο εδάφιο (8) του άρθρου 7Α και στο εδάφιο (13) του άρθρου 7Δ για την ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και τα άλλα σχετικά πεδία που συνδέονται με τα στοιχεία αυτά και απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 7Α και 7Δ, αντίστοιχα.
(β) Η γνωστοποίηση των πληροφοριών που αναφέρεται στα άρθρα 7Α και 7Δ δύναται να πραγματοποιηθεί σε οποιεσδήποτε από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης· η Επιτροπή δύναται να καθορίσει γλωσσικές ρυθμίσεις οι οποίες προβλέπουν ότι τα βασικά στοιχεία των πληροφοριών αποστέλλονται επίσης σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(8) Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την έκθεση ανά χώρα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7Γ, αποστέλλεται κατά τον τύπο του εντύπου που προβλέπεται στους Πίνακες 1, 2 και 3 του Τμήματος ΙΙΙ του Παραρτήματος ΙΙΙ.