Αυτουργία

6.-(1) Όταν διαπράττεται ποινικό αδίκημα, καθένας από τους ακόλουθους -

(α)το πρόσωπο που διενεργεί πράγματι την πράξη ή παράλειψη, η οποία συνιστά το ποινικό αδίκημα·

(β)πρόσωπο που διαπράττει ή παραλείπει να διαπράξει κάτι, με σκοπό να καταστήσει δυνατή τη διάπραξη ποινικού αδικήματος από άλλο πρόσωπο ή να παρέχει βοήθεια για τη διάπραξη τέτοιου αδικήματος από άλλο πρόσωπο·

(γ)πρόσωπο, το οποίο εν γνώσει του παρέχει βοήθεια σε άλλο πρόσωπο ή που παρακινεί άλλο πρόσωπο με σκοπό να καταστήσει δυνατή τη διάπραξη ποινικού αδικήματος·

(δ)πρόσωπο, το οποίο εν γνώσει του συμβουλεύει ή προάγει άλλο πρόσωπο με σκοπό τη διάπραξη ποινικού αδικήματος,

θεωρείται ότι -

(αα)συμμετέσχε στη διάπραξη του ποινικού αδικήματος,

(ββ)είναι ένοχος για το ποινικό αδίκημα αυτό, και

(γγ)δύναται να διωχθεί ως αυτουργός.

(2) Στην περίπτωση της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1), ο υπαίτιος δύναται να διωχθεί είτε ως αυτουργός του ποινικού αδικήματος είτε για το ποινικό αδίκημα της παροχής συμβουλής ή της προαγωγής για διάπραξη τέτοιου αδικήματος.

(3) Καταδίκη για το αδίκημα της παροχής συμβουλής ή της προαγωγής για διάπραξη ποινικού αδικήματος συνεπάγει ίδιες συνέπειες από κάθε άποψη καθώς και καταδίκη για διάπραξη τέτοιου αδικήματος.

(4) Πρόσωπο που προάγει άλλο πρόσωπο στη διενέργεια πράξης ή παράλειψης τέτοιας φύσης ώστε, αν γινόταν από το ίδιο θα διενεργείτο από αυτό κάποιο ποινικό αδίκημα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος του ίδιου είδους και υπόκειται στην ίδια ποινή, όπως αν είχε διενεργήσει το ίδιο τέτοια πράξη ή παράλειψη.