12. -(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) , ο Έφορος Εκμισθωτών Οχημάτων ανακαλεί ή αναστέλλει, εν όλω ή εν μέρει, την ισχύ επικυρωμένης κατάστασης για οποιοδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:
(α) αν η επικύρωση της κατάστασης έχει εξασφαλιστεί με δόλο, ψευδή δήλωση ή απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος που έγινε εν γνώσει του παρόχου υπηρεσιών· ή
(β) αν συχνά ή συστηματικά ο πάροχος υπηρεσιών παραβιάζει διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου και του έχει επιβληθεί κύρωση με βάση το άρθρο19.
(2) Προτού ο Έφορος Εκμισθωτών Οχημάτων ανακαλέσει ή αναστείλει, εν όλω ή εν μέρει, την ισχύ επικυρωμένης κατάστασης δυνάμει του εδαφίου (1) , παρέχει στον πάροχο υπηρεσιών, στον οποίο αναφέρεται αυτή, προειδοποίηση τουλάχιστον δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών για την πρόθεση του αυτή, αναφέροντας λεπτομερώς τους λόγους της ανάκλησης ή της αναστολής, και δίνοντας την ευκαιρία στον πάροχο υπηρεσιών να υποβάλει γραπτώς τις πιθανές παραστάσεις του και ο Έφορος Εκμισθωτών Οχημάτων λαμβάνει υπόψη τις εν λόγω παραστάσεις:
Νοείται ότι, ο πάροχος υπηρεσιών στον οποίο αναφέρεται η επικυρωμένη κατάσταση μπορεί να υποβάλει γραπτές παραστάσεις μέσα σε δεκαπέντε (15) το αργότερο εργάσιμες μέρες από την ημερομηνία λήψης της προειδοποίησης.
(3) Σε περίπτωση ανάκλησης ή αναστολής εν όλω ή εν μέρει της ισχύος επικυρωμένης κατάστασης, που αποφασίζεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο πάροχος υπηρεσιών στον οποίο αναφέρεται η επικυρωμένη κατάσταση οφείλει, χωρίς καθυστέρηση, να την επιστρέψει στον Έφορο Εκμισθωτών Οχημάτων χωρίς αυτός να δικαιούται επιστροφή των τελών που έχει καταβάλει.
(4) Σε περίπτωση που ο πάροχος υπηρεσιών που κατέχει τέτοια κατάσταση παραλείψει να την επιστρέψει, όπως προβλέπεται πιο πάνω, αυτή κατάσχεται και επιστρέφεται στον Έφορο Εκμισθωτών Οχημάτων από οποιοδήποτε Ελεγκτή ή άλλο υπάλληλο ή αστυνομικό με στολή.