19.-(1) Όταν η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή βρίσκεται στη Δημοκρατία, αυτή δεν υποχρεούται:
(α) να παρέχει την προβλεπόμενη από τα άρθρα 11 έως 17 συνδρομή, εάν η είσπραξη της απαίτησης λόγω της κατάστασης του οφειλέτη, μπορεί να δημιουργήσει σοβαρές οικονομικές ή κοινωνικές δυσχέρειες στη Δημοκρατία, εφόσον οι νόμοι, οι κανονισμοί και οι διοικητικές πρακτικές που ισχύουν στη Δημοκρατία επιτρέπουν τέτοια εξαίρεση για παρόμοιες απαιτήσεις που γεννήθηκαν στη Δημοκρατία·
(β) να παρέχει την προβλεπόμενη από τα άρθρα 6 και 8 έως 17 συνδρομή, εάν η υποβαλλόμενη βάσει των άρθρων 6, 8, 9, 11 ή 17 αρχική αίτηση συνδρομής, αφορά απαιτήσεις παλαιότερες των πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία η απαίτηση κατέστη πληρωτέα στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αρχικής αίτησης συνδρομής:
Νοείται ότι, όταν αμφισβητείται η απαίτηση ή ο αρχικός τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεση της απαίτησης στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής, η προθεσμία των πέντε ετών θεωρείται ότι αρχίζει από τη στιγμή κατά την οποία το κράτος μέλος της αιτούσας αρχής αποφαίνεται ότι η απαίτηση ή ο τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεση δεν μπορεί πλέον να αμφισβητηθεί:
Νοείται περαιτέρω ότι, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής αναβάλλουν την πληρωμή ή καταρτίζουν πρόγραμμα πληρωμών σε δόσεις, η προθεσμία των πέντε ετών θεωρείται ότι αρχίζει από τη στιγμή που λήγει η συνολική προθεσμία πληρωμής·
(γ) να παρέχει τη συνδρομή, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στη παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου, σε σχέση με απαιτήσεις που είναι παλαιότερες των δέκα ετών, από την ημερομηνία κατά την οποία η απαίτηση κατέστη πληρωτέα στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής·
(δ) να παρέχει συνδρομή εάν το συνολικό ποσό των απαιτήσεων που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο, για το οποίο ζητείται συνδρομή είναι κατώτερο των χιλίων πεντακοσίων ευρώ (€1500).
(2) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή πληροφορεί την αιτούσα αρχή για τους λόγους που αρνείται να ικανοποιήσει την αίτηση συνδρομής.