35.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει σχέδιο περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων των εγκαταστάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Μέρους, για την εξέταση όλων των σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που προκύπτουν από τις εγκαταστάσεις του Παραρτήματος IV και για τον έλεγχο της τήρησης των όρων λειτουργίας της Άδειάς τους.
(β) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 85, οι φορείς εκμετάλλευσης παρέχουν σε επιθεωρητή κάθε αναγκαία βοήθεια για την πρόσβαση στο χώρο της εγκατάστασης, τη δειγματοληψία και τη συλλογή κάθε στοιχείου που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων του.
(2) Σε όλες τις εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Μέρους, εφαρμόζεται το σχέδιο περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων και η Αρμόδια Αρχή μεριμνά ώστε το σχέδιο να επανεξετάζεται τακτικά και, κατά περίπτωση, να αναπροσαρμόζεται.
(3) Κάθε σχέδιο περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων περιλαμβάνει διατάξεις για -
(α) τη γενική αξιολόγηση των σημαντικών περιβαλλοντικών ζητημάτων,
(β) τη γεωγραφική περιοχή που καλύπτει το σχέδιο,
(γ) τη δημιουργία μητρώου των εγκαταστάσεων του Παραρτήματος IV που καλύπτει το σχέδιο,
(δ) τις διαδικασίες για την κατάρτιση προγραμμάτων τακτικών περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων, βάσει των διατάξεων του εδαφίου (4),
(ε) τις διαδικασίες για έκτακτες περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις, βάσει των διατάξεων του εδαφίου (5), και
(στ) τη συνεργασία μεταξύ των επιθεωρητών όπου απαιτείται,, σε περίπτωση συναρμοδιότητας.
(4)(α) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει, βάσει των σχεδίων περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων σε τακτική βάση, προγράμματα τακτικών περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων, όπου απαιτείται, τα οποία περιλαμβάνουν τη συχνότητα των επιτόπιων επιθεωρήσεων για τις διάφορες κατηγορίες εγκαταστάσεων.
(β) Η χρονική περίοδος μεταξύ δύο επιτόπιων επιθεωρήσεων, βασίζεται σε συστηματική εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων και δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος για τις εγκαταστάσεις που δημιουργούν τους μεγαλύτερους κινδύνους και τα τρία (3) έτη για τις εγκαταστάσεις που δημιουργούν τους μικρότερους κινδύνους.
(γ) Σε περίπτωση που, κατά την επιθεώρηση, διαπιστωθεί μη συμμόρφωση προς τους όρους λειτουργίας της Άδειας, διενεργείται πρόσθετη επιτόπια επιθεώρηση εντός έξι (6) μηνών από την πρώτη επιθεώρηση.
(δ) Η συστηματική εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων βασίζεται τουλάχιστον στα ακόλουθα κριτήρια:
(i) τις πιθανές και πραγματικές επιπτώσεις των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον, λαμβάνοντας υπόψη τα επίπεδα και τα είδη εκπομπών, την ευαισθησία του τοπικού περιβάλλοντος και τον κίνδυνο ατυχημάτων,
(ii) το ιστορικό της εγκατάστασης, όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους όρους λειτουργίας της Άδειάς της, και
(iii) τη συμμετοχή του φορέα εκμετάλλευσης στο κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS), σύμφωνα με τον Kανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009 περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681 και 2006/193/ΕΚ και σύμφωνα με τον περί της Εκούσιας Συμμετοχής Οργανισμών σε Κοινοτικό Σύστημα Οικολογικής Διαχείρισης και Οικολογικού Ελέγχου Νόμος
(5)(α)Οι επιθεωρητές διενεργούν έκτακτες περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις, το ταχύτερο δυνατό, προκειμένου να διερευνηθούν σοβαρές περιβαλλοντικές καταγγελίες, σοβαρά περιβαλλοντικά ατυχήματα και συμβάντα και περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.
(β) Έκτακτες περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις διενεργούνται επίσης, όπου ενδείκνυται, πριν από τη χορήγηση, ανανέωση ή τροποποίηση της Άδειας.
(6)(α) Μετά από κάθε επιτόπια επιθεώρηση, ο Αρχιεπιθεωρητής συντάσσει έκθεση, την οποία υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή, στην οποία περιγράφονται οι σχετικές διαπιστώσεις όσον αφορά τη συμμόρφωση της εγκατάστασης με τους όρους λειτουργίας της Άδειας και περιέχει συμπεράσματα σχετικά με το κατά πόσον απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες.
(β) Η έκθεση κοινοποιείται στο φορέα εκμετάλλευσης εντός δύο (2) μηνών από την πραγματοποίηση της επιθεώρησης. η Αρμόδια Αρχή καθιστά την έκθεση διαθέσιμη στο κοινό, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την πραγματοποίηση της επιτόπιας επιθεώρησης.
(γ) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 16, η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει ότι ο φορέας εκμετάλλευσης προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες που αναφέρονται στην έκθεση, εντός εύλογης χρονικής περιόδου η οποία καθορίζεται στην έκθεση.