8.-(1) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια λειτουργίας σε ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
(2) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δε χορηγεί άδεια λειτουργίας σε ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας, εκτός εάν-
(α) βεβαιωθεί ότι ο ΔΟΕΕ είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τον παρόντα Νόμο∙ και
(β) ο ΔΟΕΕ έχει επαρκές αρχικό κεφάλαιο και επαρκή ίδια κεφάλαια, σύμφωνα με το άρθρο 9∙ και
(γ) τα πρόσωπα που διεξάγουν την επιχειρηματική δραστηριότητα του ΔΟΕΕ έχουν επαρκώς καλή φήμη και εμπειρία, σε σχέση με τις επενδυτικές στρατηγικές που ακολουθεί ο ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, ενώ τα ονόματα αυτών των προσώπων και κάθε προσώπου που τα διαδέχεται κοινοποιούνται άμεσα στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και η διεξαγωγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας του ΔΟΕΕ αποφασίζεται από τουλάχιστον δύο πρόσωπα που πληρούν αυτούς τους όρους∙ και
(δ) οι μέτοχοι ή τα μέλη του ΔΟΕΕ, που έχουν ειδικές συμμετοχές, είναι κατάλληλοι, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί η χρηστή και συνετή διαχείριση του ΔΟΕΕ∙ και
(ε) τα κεντρικά γραφεία, και το εγγεγραμμένο γραφείο ή η έδρα, του ΔΟΕΕ βρίσκονται στη Δημοκρατία.
(3) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητεί προηγουμένως τη γνώμη των αρμόδιων αρχών των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών, προκειμένου να χορηγήσει άδεια λειτουργίας, εφόσον ο ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας είναι -
(α) θυγατρική άλλου ΔΟΕΕ ή εταιρείας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ ή επιχείρησης επενδύσεων ή πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης, που έχει λάβει άδεια σε άλλο κράτος μέλος∙ ή
(β) θυγατρική της μητρικής επιχείρησης άλλου ΔΟΕΕ ή εταιρείας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ ή επιχείρησης επενδύσεων ή πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής εταιρείας, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος∙ ή
(γ) εταιρεία που ελέγχεται από τα ίδια φυσικά ή νομικά πρόσωπα με αυτά που ελέγχουν άλλο ΔΟΕΕ ή εταιρεία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ ή επιχείρηση επενδύσεων ή πιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστική εταιρεία, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος.
(4) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αρνείται τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας, σε περίπτωση που παρεμποδίζεται η αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών της λειτουργιών -
(α) από στενούς δεσμούς μεταξύ του ΔΟΕΕ και άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων∙ ή
(β) από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας, οι οποίες διέπουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα με τα οποία ο ΔΟΕΕ έχει στενές σχέσεις∙ ή
(γ) από δυσχέρειες στην επιβολή νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, που αναφέρονται στην παράγραφο (β).
(5) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να περιορίζει το πεδίο εφαρμογής άδειας λειτουργίας την οποία χορηγεί σε ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας σύμφωνα με τον παρόν άρθρο, ιδίως όσον αφορά τις επενδυτικές στρατηγικές των ΟΕΕ τους οποίους επιτρέπει στο ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας να διαχειρίζεται.
(6)(α) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει γραπτώς τον αιτητή ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας, εντός τριών (3) μηνών από της υποβολής πλήρους αίτησης, για τη χορήγηση ή μη της αιτούμενης άδειας λειτουργίας. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να παρατείνει την εν λόγω προθεσμία για τρεις (3) επιπλέον μήνες κατ’ ανώτατο όριο, εάν η Επιτροπή θεωρεί τούτο αναγκαίο, εξαιτίας των ειδικών περιστάσεων της υπόθεσης και εφόσον ενημερώσει σχετικά τον αιτητή.
(β) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α), η αίτηση θεωρείται πλήρης, μόνο εάν ο ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας έχει υποβάλει τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (δ) του εδαφίου (1) και στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 7.
(7) ΔΟΕΕ της Δημοκρατίας επιτρέπεται να αρχίσει την εντός της Δημοκρατίας διαχείριση ΟΕΕ με τις επενδυτικές στρατηγικές που περιγράφονται στην αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 7, αμέσως μετά τη χορήγηση άδειας λειτουργίας, όχι όμως νωρίτερα από ένα (1) μήνα μετά την υποβολή πληροφοριών που τυχόν έλειπαν και προβλέπονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) και στις παραγράφους (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 7.
(8) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με οδηγία της να προσδιορίζει οτιδήποτε από τα ακόλουθα:
(α) τις απαιτήσεις που εφαρμόζονται στους ΔΟΕΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3)∙
(β) τις απαιτήσεις που εφαρμόζονται για τους μετόχους και τα μέλη με ειδικές συμμετοχές, σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (1)·
(γ) τα προσόντα και τη διαδικασία πιστοποίησης των στελεχών και των υπαλλήλων του ΔΟΕΕ.