16.(1) Η αρμόδια αρχή εκτέλεσης έχει δικαιοδοσία να λαμβάνει όλες τις μεταγενέστερες αποφάσεις που αφορούν ποινή με αναστολή, απόλυση υπό όρους, καταδίκη υπό όρους και εναλλακτική κύρωση, ιδίως σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς μέτρο αναστολής ή εναλλακτική κύρωση ή εφόσον ο καταδικασθείς τελέσει νέα αξιόποινη πράξη.
(2) Σε περίπτωση που ληφθεί πληροφορία από ή ενώπιον της αρμόδιας αρχής εκτέλεσης, ότι ο καταδικασθείς παρέλειψε να συμμορφωθεί προς μέτρο αναστολής ή εναλλακτική κύρωση ή ότι έχει τελέσει νέα αξιόποινη πράξη, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να εκδώσει κλήση με την οποία να καλεί τον καταδικασθέντα να εμφανιστεί ενώπιόν της, σε καθορισμένο τόπο και χρόνο που περιγράφεται στην κλήση.
(3) Σε περίπτωση που παραληφθεί γραπτή και ενόρκως επιβεβαιωμένη πληροφορία από ή τεθεί ενώπιον της αρμόδιας αρχής εκτέλεσης, ότι ο καταδικασθείς παρέλειψε να συμμορφωθεί προς μέτρο αναστολής ή εναλλακτική κύρωση ή ότι έχει τελέσει νέα αξιόποινη πράξη, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να εκδώσει ένταλμα για τη σύλληψή του.
(4) Αν η αρμόδια αρχή εκτέλεσης ενώπιον της οποίας ο καταδικασθείς εμφανίζεται ή προσάγεται με βάση τα εδάφια (2) και (3) του παρόντος άρθρου, ικανοποιηθεί ότι ο καταδικασθείς παρέλειψε να συμμορφωθεί προς μέτρο αναστολής ή εναλλακτική κύρωση ή ότι έχει τελέσει νέα αξιόποινη πράξη, τότε δύναται να λάβει μεταγενέστερες αποφάσεις που περιλαμβάνουν κυρίως-
(α) την τροποποίηση των υποχρεώσεων ή μέτρων που προβλέπονται στο μέτρο αναστολής ή στην εναλλακτική κύρωση ή μεταβολή της διάρκειας της περιόδου αναστολής·
(β) την ανάκληση της αναστολής της εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης ή της απόφασης για υφ’ όρον απόλυση· και
(γ) την επιβολή στερητικής της ελευθερίας ποινής ή στερητικού της ελευθερίας μέτρου ασφαλείας, σε περίπτωση εναλλακτικής κύρωσης ή καταδίκης υπό όρους.
(5) Το κυπριακό δίκαιο εφαρμόζεται στις αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου και σε όλες τις μεταγενέστερες συνέπειες της δικαστικής απόφασης, συμπεριλαμβανομένης και της εκτέλεσης και, εφόσον απαιτείται, της προσαρμογής της στερητικής της ελευθερίας ποινής ή του στερητικού της ελευθερίας μέτρου ασφαλείας.
(6) Η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να αρνηθεί να αναλάβει την ευθύνη που προβλέπεται στο εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου στις πιο κάτω περιπτώσεις:
(α) Όταν πρόκειται για εναλλακτική κύρωση, στην οποία η δικαστική απόφαση δεν προβλέπει σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τη σχετική υποχρέωση ή όρο την επιβολή ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικού της ελευθερίας·
(β) σε καταδίκη υπό όρους·
(γ) όταν η απόφαση αφορά πράξεις οι οποίες δεν συνιστούν αδίκημα κατά το κυπριακό δίκαιο, ανεξαρτήτως της περιγραφής ή των συστατικών τους στοιχείων.
(7) Όταν η αρχή εκτέλεσης εφαρμόζει τις πρόνοιες του εδάφιου (6) του παρόντος άρθρου, και θεωρεί ότι επιβάλλεται η λήψη μεταγενέστερης απόφασης, όπως προβλέπεται στις παραγράφους (β) ή (γ) του εδάφιου (4) του παρόντος άρθρου, μεταβιβάζει τη δικαιοδοσία εκ νέου στην αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης χωρίς να επηρεάζεται η υποχρέωση της αρμόδια αρχής εκτέλεσης για αναγνώριση της δικαστικής απόφασης, και, ανάλογα με την περίπτωση, της απόφασης αναστολής της εκτέλεσης της ποινής ή απόλυσης υπό όρους, ούτε η υποχρέωση λήψης χωρίς καθυστέρηση όλων των απαραίτητων μέτρων για την εποπτεία του μέτρου αναστολής ή της εναλλακτικής κύρωσης.