10.-(1) Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους οι Διαιτητές είναι ανεξάρτητοι και δεν υπόκεινται στον έλεγχο ούτε ακολουθούν τις οδηγίες οποιουδήποτε προσώπου ή αρχής.
(2) Δεν επιτρέπεται στους Διαιτητές να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον που δυνατό να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
(3) (α) Διαιτητής στον οποίο παραπέμπεται οποιαδήποτε αίτηση για εξέταση οφείλει έγκαιρα να δηλώσει εγγράφως οποιοδήποτε περιστατικό ικανό να προκαλέσει δικαιολογημένη υπόνοια για το αμερόληπτο της κρίσης του ή της ανεξαρτησίας του ή οποιοδήποτε περιστατικό οδηγεί σε σύγκρουση συμφερόντων με τα μέρη.
(β) Σε περίπτωση που ο Διαιτητής προβεί σε δήλωση ως η παράγραφος (α), ο Γραμματέας, τηρουμένων των διατάξεων της επιφύλαξης του εδαφίου (2) του άρθρου 18, παραπέμπει την εξέταση της αίτησης στον επόμενο εγγεγραμμένο στο Μητρώο Διαιτητών Διαιτητή.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία ο έμπορος ή ο καταναλωτής διαπιστώσει ότι Διαιτητής έχει οποιοδήποτε συμφέρον που δυνατό να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης του, δικαιούται να ζητήσει αλλαγή Διαιτητή από το Διευθυντή, ο οποίος κρίνει κατά πόσο η αίτηση θα εξεταστεί από τον επόμενο εγγεγραμμένο στο Μητρώο Διαιτητών Διαιτητή, αιτιολογώντας τη θέση του αυτή.