6.-(1) Πρόσωπο, το οποίο κατέχει θέση στο Συμβούλιο δύναται πριν από τη λήξη της θητείας του -
(α) Να υποβάλει γραπτώς παραίτηση από τη θέση του προς το Υπουργικό Συμβούλιο·
(β) να παυθεί από τη θέση αυτή με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου εφόσον συντρέχει οποιοσδήποτε από τους πιο κάτω λόγους:
(i) πάσχει από πνευματική ή σωματική ανικανότητα η οποία τον καθιστά ανίκανο να εκτελεί τα καθήκοντα του και να ασκεί τις εξουσίες και αρμοδιότητες του για το υπόλοιπο της θητείας του∙
(ii) συμπεριφέρεται ανάρμοστα ή ενεργεί αμελώς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή την άσκηση των εξουσιών και αρμοδιοτήτων του∙
(iii) συμπεριφέρεται κατά τρόπο ασυμβίβαστο προς την υποχρέωση του να μην έχει οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο συγκρουόμενο συμφέρον με οποιοδήποτε από τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
(iv) έχει, πριν από το διορισμό του, παραλείψει να αποκαλύψει στοιχείο ή γεγονός το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει κώλυμα στο διορισμό του ως αποτέλεσμα οποιωνδήποτε λόγων που εκτίθενται στο εδάφιο αυτό∙
(v) έχει καταδικαστεί, με απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου για ποινικό αδίκημα διαπραχθέν κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙ ή
(vi) έχει καταδικαστεί με απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου για ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.
(2) Μέλος του Συμβουλίου για περίοδο τριών (3) ετών μετά από την παραίτηση, παύση ή αφυπηρέτησή του, δεν θα κατέχει οποιαδήποτε θέση ή δεν θα εργοδοτείται ή δεν θα ενεργεί ως σύμβουλος, όπου είναι δυνατό να χρησιμοποιήσει ή να αποκαλύψει εμπιστευτικές πληροφορίες που απέκτησε κατά την άσκηση των καθηκόντων και εξουσιών του ως μέλους του Συμβουλίου.