19.-(1) O προεμφυτευτικός γενετικός έλεγχος διενεργείται μόνο κατ’ επιλογήν του ενδιαφερόμενου ζευγαριού ή της μονήρους γυναίκας, εφόσον προηγηθεί η απαιτούμενη μη καθοδηγούμενη γενετική συμβουλευτική και με την έγγραφη συγκατάθεση είτε του ζευγαριού είτε της μονήρους γυναίκας, στην οποία αναγράφεται ότι η πραγματοποίηση της συγκεκριμένης ιατρικής πράξης διενεργείται με αποκλειστικό σκοπό να διαγνωσθεί εάν το έμβρυο είναι φορέας γενετικών ανωμαλιών, και αποσκοπεί μόνο στο να αποτραπεί η γέννηση νοσούντος τέκνου.
(2) Μ.Ι.Υ.Α. η οποία προβαίνει σε προεμφυτευτικό γενετικό έλεγχο διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία και τον απαιτούμενο εξοπλισμό ή συνεργάζεται με αντίστοιχη μονάδα ή εργαστήριο, το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις που διέπουν τη λειτουργία του.
(3) Πληροφορίες που προήλθαν από τον προεμφυτευτικό γενετικό έλεγχο των εμβρύων για επιλογή φύλου, δεν τυγχάνουν χρήσης από Μ.Ι.Υ.Α. εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες με την επιλογή φύλου αποφεύγεται σοβαρή κληρονομική νόσος που σχετίζεται με το φύλο.
(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (3), Μ.Ι.Υ.Α. δύναται να χρησιμοποιεί πληροφορίες που προήλθαν από τον προεμφυτευτικό γενετικό έλεγχο των εμβρύων με σκοπό τη θεραπεία άλλων τέκνων, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλίσει εκ των προτέρων τη γραπτή έγκριση του Συμβουλίου.
(5) Πρόσωπο το οποίο προβαίνει σε προεμφυτευτικό γενετικό έλεγχο κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000).
(6) Σε περίπτωση κατά την οποία το Συμβούλιο διαπιστώσει ότι Μ.Ι.Υ.Α. διενεργεί προεμφυτευτικό γενετικό έλεγχο κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου, επιβάλλει στη Μ.Ι.Υ.Α. διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατόν χιλιάδες ευρώ (€100.000) και αναστέλλει την άδεια λειτουργίας της για ένα (1) χρόνο και σε περίπτωση διαπίστωσης δεύτερης παράβασης, το Συμβούλιο επιβάλλει οριστική ανάκληση της άδειας λειτουργίας της.