6.- (1) Η παράνομη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών, όπως αναφέρεται στα εδάφια (2) έως (5), συνιστά ποινικό αδίκημα δυνάμει του άρθρου 7, σε σοβαρές περιπτώσεις, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8, και εφόσον διαπράττεται εκ προθέσεως.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, παράνομη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών διενεργείται όταν ένα πρόσωπο κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες και τις γνωστοποιεί σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, εκτός εάν η γνωστοποίηση γίνεται κατά την άσκηση της εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων του, καθώς και αν η δημοσιοποίηση χαρακτηρίζεται ως βολιδοσκόπηση της αγοράς, κατά το άρθρο 11 παράγραφοι 1 έως 8 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου τυγχάνουν εφαρμογής και σε πρόσωπο που εμπίπτει στις περιπτώσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4.
(4) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, η επακολουθούσα δημοσιοποίηση των συστάσεων ή παροτρύνσεων κατά το εδάφιο (6) του άρθρου 4, ισοδυναμεί, με παράνομη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών εάν το πρόσωπο που δημοσιοποιεί τη σύσταση ή την παρότρυνση γνωρίζει ότι αυτή βασίζεται σε εμπιστευτικές πληροφορίες.
(5) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν περιορίζουν την υποχρέωση σεβασμού θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, όπως αυτές κατοχυρώνονται στο Άρθρο 19 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και στον περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως δια την προάσπισην των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κυρωτικό) Νόμο του 1962.