19.-(1) Η Επιτροπή έχει πλήρη εξουσία για τη διοίκηση και διαχείριση του κάθε Ταμείου και ειδικότερα-
(α) Διασφαλίζει ότι τα Ταμεία διαθέτουν επαρκείς χρηματοδοτικούς πόρους∙
(β) υπολογίζει, επιβάλλει και εισπράττει τις εισφορές που πρέπει να καταβάλλουν τα πιστωτικά ιδρύματα στο Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων∙
(γ) στην περίπτωση των εισφορών στο Ταμείο Εξυγίανσης, η Επιτροπή υπολογίζει τις εισφορές κατόπιν συνεννόησης με την Αρχή Εξυγίανσης, επιβάλλει τις εισφορές και έχει την ευθύνη της είσπραξής τους∙
(δ) χρησιμοποιεί τους πόρους του κάθε Ταμείου χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 4∙
(ε) διεκπεραιώνει την επενδυτική πολιτική των Ταμείων∙
(στ) δανείζεται, όταν παρίσταται ανάγκη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 και των κανονισμών∙
(ζ) έχει οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα και ευθύνες που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία του κάθε Ταμείου∙
(η) τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (β) του άρθρου 4, διεκπεραιώνει τις αναγκαίες πληρωμές που προκύπτουν από μέτρα εξυγίανσης, κατόπιν εντολής της Αρχής Εξυγίανσης∙
(θ) εκδίδει προς τα ιδρύματα γενικές ή ειδικές οδηγίες μέσω εγκυκλίων, οι οποίες έχουν δεσμευτική ισχύ και τις οποίες γνωστοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο ήθελε ορίσει.
(2) Η Επιτροπή δύναται να απαιτεί από τα πιστωτικά ιδρύματα, απευθείας ή μέσω της Κεντρικής Τράπεζας, τηρουμένων των διατάξεων του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου, όπως διορθώθηκε και του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, να υποβάλλουν στοιχεία ή/και πληροφορίες σχετικά με την επίτευξη του σκοπού του κάθε Ταμείου, μέσα σε χρονική προθεσμία που η ίδια ορίζει, και δυνατό να περιλαμβάνουν-
(α) Στοιχεία που αφορούν τη βάση σχετικών υποχρεώσεων για τον υπολογισμό της τακτικής ή έκτακτης εισφοράς∙
(β) στοιχεία ισολογισμού και αποτελεσμάτων χρήσης∙
(γ) οποιαδήποτε άλλα στοιχεία:
(3) Η Επιτροπή:
(α) Έχει την ευθύνη της συλλογής των οφειλόμενων εισφορών, οι οποίες πρέπει να εξοφλούνται πλήρως,
(β) θεσπίζει κατάλληλη υποχρεωτική λογιστική υποβολή εκθέσεων και άλλες υποχρεώσεις προκειμένου να διασφαλίσει την πλήρη εξόφληση των οφειλόμενων εισφορών,
(γ) διασφαλίζει τη λήψη μέτρων για την κατάλληλη επαλήθευση της ορθής εξόφλησης των εισφορών,
(δ) διασφαλίζει τη λήψη μέτρων για την πρόληψη της διαφυγής, της αποφυγής και της κατάχρησης.
(4) Σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και ευθυνών της Επιτροπής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κάθε μέλος αυτής, καθώς επίσης και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο εκτελεί εργασίες που του έχουν ανατεθεί για την επίτευξη των σκοπών του ΣΕΚ, δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη δεν έγινε καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας.
(5)(α) Απαγορεύεται στα μέλη της Επιτροπής, στο προσωπικό του ΣΕΚ και σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να έχει πρόσβαση ή να λαμβάνει γνώση μη δημοσιευμένων στοιχείων ή/και οποιασδήποτε άλλης πληροφόρησης, η οποία αποδεδειγμένα δεν έχει γίνει δημόσια γνωστή και αφορά το ΣΕΚ ή/και πιστωτικό ίδρυμα ή/και τις χρηματοοικονομικές αγορές ή/και πρόσωπο επηρεαζόμενο από επικείμενες ή λαμβανόμενες ενέργειες ή αποφάσεις της Επιτροπής του ΣΕΚ, να παρέχει, κοινοποιεί, αποκαλύπτει ή χρησιμοποιεί προς ίδιο όφελος τις πληροφορίες αυτές:
(β) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) δεν γνωστοποιούνται σε οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, παρά μόνον κατόπιν προηγούμενης συγκατάθεσης της Επιτροπής.
(γ) Οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση παροχής πληροφοριών στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές ή σε άλλους φορείς ή/και πρόσωπα, εφόσον οι πληροφορίες αυτές κρίνονται απαραίτητες για την άσκηση των καθηκόντων τους.
(6)(α) Όταν συντρέχει η προϋπόθεση που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του ορισμού του όρου “μη διαθέσιμη κατάθεση” στο εδάφιο (1) του άρθρου 2, αλλά δεν έχει εκδοθεί διάταγμα από δικαστήριο όπως αναφέρεται στην προϋπόθεση της παραγράφου (β) του ίδιου ορισμού, και το πιστωτικό ίδρυμα δεν εφαρμόζει εντός τριών (3) ημερών τις οδηγίες της Επιτροπής που δίδονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 12(1)(ε) των περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Κανονισμών του 2016 έως 2020, η Επιτροπή δύναται να αναλάβει την αποκλειστική διαχείριση των λογαριασμών ρευστών διαθεσίμων που τηρεί το πιστωτικό ίδρυμα με την Κεντρική Τράπεζα ή/και με άλλο πιστωτικό ίδρυμα στη Δημοκρατία, με αποκλειστικό σκοπό την πληρωμή των καλυπτόμενων καταθέσεών του και προβαίνει σε τέτοιες πληρωμές εντός των χρονικών ορίων και διαδικασιών που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο.
(β) Η Επιτροπή προβαίνει σε πληρωμές τηρουμένης της υποχρέωσης τήρησης του ποσού των ρευστών διαθεσίμων, όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 12(1)(ε) των περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Κανονισμών του 2016 έως 2020.
(γ) Οι υπογράφοντες των σχετικών εντολών πληρωμών καθορίζονται από την Επιτροπή.
(δ) Σε περίπτωση που η Επιτροπή έχει αναλάβει τη διαχείριση λογαριασμού ρευστών διαθεσίμων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και στη συνέχεια εκδίδεται διάταγμα εκκαθάρισης του πιστωτικού ιδρύματος, τη διαχείριση αναλαμβάνει ο εκκαθαριστής.
(ε) Οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 28.