27.-(1) Τα δικαιώματα αποζημίωσης των καταθετών αποτελούν αντικείμενο αγωγής κατά του ΣΕΚ.
(2) Εάν οι επιλέξιμες καταθέσεις σε ένα ίδρυμα υπό εξυγίανση μεταβιβάζονται σε άλλη οντότητα μέσω του μέτρου πώλησης εργασιών ή του μέτρου μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων σε μεταβατικό ίδρυμα, οι καταθέτες δεν έχουν καμία απαίτηση κατά του ΣΕΚ όσον αφορά οποιοδήποτε μέρος των καταθέσεών τους στο ίδρυμα υπό εξυγίανση που δεν μεταβιβάζεται, εφόσον το ύψος των χρηματικών ποσών που μεταβιβάζονται είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το συνολικό επίπεδο κάλυψης που προβλέπεται στους κανονισμούς.
(3) Σε περίπτωση που το ΣΕΚ καταβάλλει αποζημίωση σε καταθέτες πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με την υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) του άρθρου 4 και την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 10, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:
(α) Όταν συντρέχει η προϋπόθεση που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του ορισμού του όρου “μη διαθέσιμη κατάθεση” στο εδάφιο (1) του άρθρου 2 και η αρμόδια αρχή έχει ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, αλλά δεν έχει εκδοθεί διάταγμα από δικαστήριο όπως αναφέρεται στην προϋπόθεση της παραγράφου (β) του ίδιου ορισμού, το ΣΕΚ απαιτεί και ανακτά άμεσα από το πιστωτικό ίδρυμα ποσό ίσο με τις πληρωμές τις οποίες καταβάλλει για αποζημίωση των καταθετών του πιστωτικού ιδρύματος·
(β) προς υλοποίηση των ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο (α), το ΣΕΚ ειδοποιεί γραπτώς το πιστωτικό ίδρυμα ή, ανάλογα με την περίπτωση, τον Ειδικό Διαχειριστή που διορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 46 του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου, να προβεί στις δέουσες ενέργειες για πληρωμή του εν λόγω ποσού στο ΣΕΚ από τα ρευστά διαθέσιμα του πιστωτικού ιδρύματος, ως αυτά ορίζονται σε κανονισμούς, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της απαίτησης του ΣΕΚ·
(γ) κατόπιν λήψης της γραπτής ειδοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο (β), το πιστωτικό ίδρυμα ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο Ειδικός Διαχειριστής, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο (β), αξιολογεί την επάρκεια των ρευστών διαθεσίμων του πιστωτικού ιδρύματος και-
(i) βεβαιώνει γραπτώς το ΣΕΚ ότι τα ρευστά διαθέσιμα του πιστωτικού ιδρύματος είναι ήδη κάτω από το διπλάσιο του υπολογιζόμενου συνολικού ποσού των απαιτήσεων που έχουν προτεραιότητα έναντι των καλυπτόμενων καταθέσεων κατά τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 33Ο του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου και δεν καταβάλλει οποιαδήποτε πληρωμή προς το ΣΕΚ πριν από την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης· ή
(ii) βεβαιώνει γραπτώς το ΣΕΚ ότι το υπόλοιπο των ρευστών διαθεσίμων, μετά την πληρωμή στο ΣΕΚ, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το διπλάσιο του υπολογιζόμενου συνολικού ποσού των απαιτήσεων που έχουν προτεραιότητα έναντι των καλυπτόμενων καταθέσεων κατά τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 33Ο του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, ώστε να διασφαλίζεται η αποζημίωσή τους στην εκκαθάριση, και πληρώνει στο ΣΕΚ ποσό ίσο με τη διαφορά του υπολοίπου των ρευστών διαθεσίμων με το διπλάσιο του υπολογιζόμενου συνολικού ποσού των απαιτήσεων που έχουν προτεραιότητα έναντι των καλυπτόμενων καταθέσεων, με μέγιστο ποσό το συνολικό ποσό της απαίτησης του ΣΕΚ σύμφωνα με τη γραπτή ειδοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο (β)·
(δ) σε περίπτωση που η πληρωμή την οποία λαμβάνει το ΣΕΚ, σύμφωνα με την παράγραφο (γ), δεν καλύπτει το συνολικό ποσό της απαίτησης που περιλαμβάνεται στην γραπτή ειδοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο (β), το ΣΕΚ για το υπολειπόμενο ποσό έχει το δικαίωμα υποκατάστασης στα δικαιώματα των καταθετών σε διαδικασίες εκκαθάρισης, μέχρι την πλήρη κάλυψη της απαίτησής του·
(ε) η προβλεπόμενη στις παραγράφους (α) έως (δ) διαδικασία δεν επηρεάζει τη σειρά προτεραιότητας καλυπτόμενων καταθέσεων στην εκκαθάριση σύμφωνα με το άρθρο 33Ο του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·
(στ) όταν συντρέχει η προϋπόθεση που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του ορισμού του όρου “μη διαθέσιμη κατάθεση” στο εδάφιο (1) του άρθρου 2, το ΣΕΚ έχει το δικαίωμα υποκατάστασης στα δικαιώματα των καταθετών σε διαδικασίες εκκαθάρισης ή αναδιοργάνωσης για ποσό ίσο προς τις πληρωμές στις οποίες προβαίνει το ΣΕΚ.
(3Α) Όταν το ΣΕΚ προβαίνει σε πληρωμές σύμφωνα με την υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) και την παράγραφο (β) του άρθρου 4, την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 10 και με το εδάφιο (1) του άρθρου 14, το ΣΕΚ έχει απαίτηση έναντι του σχετικού πιστωτικού ιδρύματος για ποσό ίσο με τις πληρωμές στις οποίες προβαίνει το ΣΕΚ και η εν λόγω απαίτηση κατατάσσεται στην ίδια σειρά προτεραιότητας, όπως οι καλυπτόμενες καταθέσεις βάσει του άρθρου 33Ο του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου.
(4) Οι καταθέτες, των οποίων οι καταθέσεις δεν αποζημιώθηκαν ούτε αναγνωρίστηκαν από το ΣΕΚ εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στους κανονισμούς, μπορούν να απαιτήσουν την αποζημίωση των καταθέσεών τους εντός δύο (2) ετών από την ημερομηνία από την οποία οι εν λόγω καταθέσεις καθίστανται μη διαθέσιμες καταθέσεις.
(5) Στις περιπτώσεις που υφίσταται δικαστική διαδικασία σε σχέση με καλυπτόμενη κατάθεση, η προθεσμία που αναφέρεται στο εδάφιο (4) δεν ισχύει.