10. (1) Μετά την καταγγελία του θύματος, κάθε εμπλεκόμενη υπηρεσία ή μη κυβερνητικός οργανισμός, σε περίπτωση που κρίνει ή/και έχει βάσιμες υποψίες να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο ενδέχεται να είναι θύμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να ενημερώνει σχετικά τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, οι οποίες μεριμνούν για την παροχή δωρεάν και εμπιστευτικών υπηρεσιών υποστήριξης του θύματος, ανάλογα με τις ανάγκες του πριν, κατά και για εύλογο χρονικό διάστημα μετά την ποινική διαδικασία, περιλαμβανομένων υπηρεσιών που παρέχονται από μη κυβερνητικές οργανώσεις που δυνατόν να παρέχουν ειδική υποστήριξη.
(2) Πρόσβαση στις υπηρεσίες που προβλέπονται στο εδάφιο (1) έχουν τα πιο κάτω πρόσωπα:
(α) Το θύμα, ανεξάρτητα από την επίσημη καταγγελία αξιόποινης πράξης και ανάλογα με τις ανάγκες του· και
(β) τα μέλη της οικογένειας του θύματος, ανάλογα με τις ανάγκες τους και με τη βαρύτητα της βλάβης που υπέστησαν λόγω της αξιόποινης πράξης που διαπράχθηκε σε βάρος του θύματος.
(3) Αρμόδια αρχή για το συντονισμό και την εποπτεία όλων των εμπλεκόμενων υπηρεσιών για την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας.
(4) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δύναται να αναθέτουν τις αρμοδιότητές τους δυνάμει του εδαφίου (1) σε μη κυβερνητικό οργανισμό, ο οποίος είναι αφοσιωμένος στην προστασία και βοήθεια των θυμάτων, ή/και στις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, βάσει πρωτοκόλλου συνεργασίας ή ειδικής συμφωνίας μεταξύ τους.