12.-(1) Ο Υπουργός, μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου, προτείνει στο Υπουργικό Συμβούλιο πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και ήθους και υψηλού επαγγελματικού επιπέδου για διορισμό τους ως Προέδρου και Μελών της Πειθαρχικής Επιτροπής, η οποία ασκεί τις αρμοδιότητες, εξουσίες και τα καθήκοντα που προβλέπονται από τις διατάξεις του Μέρους XVI.
(2)(α) Η Πειθαρχική Επιτροπή συγκροτείται από τον Πρόεδρο και δύο άλλα μέλη.
(β) Ο Πρόεδρος της Πειθαρχικής Επιτροπής είναι είτε πρώην δικαστής, ο οποίος κατείχε τουλάχιστον την θέση Προέδρου Επαρχιακού Δικαστηρίου ή δικηγόρος έχων τα προσόντα για διορισμό στη θέση Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
(γ) Ένα μέλος της Πειθαρχικής Επιτροπής, πέραν των αναφερόμενων στις παραγράφους (α) και (δ), προέρχεται από οποιοδήποτε επάγγελμα πέραν του δικηγορικού ή του ελεγκτικού.
(δ) Ένα μέλος της Πειθαρχικής Επιτροπής, πέραν των αναφερόμενων στις παραγράφους (α) και (γ), είναι πρόσωπο μη ασκών το επάγγελμα, με ελεγκτική εμπειρία και κατάρτιση.
(3) Η θητεία των μελών της Πειθαρχικής Επιτροπής είναι τετραετής, με δυνατότητα επαναδιορισμού μόνο μια ακόμα τετραετή θητεία.
(4) Η θέση μέλους της Πειθαρχικής Επιτροπής θεωρείται κενή σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Σε περίπτωση θανάτου του˙
(β) σε περίπτωση παραίτησής του˙
(γ) σε περίπτωση ανάκλησης του διορισμού του.
(5) Σε περίπτωση που η θέση μέλους της Πειθαρχικής Επιτροπής είναι κενή πριν από τη λήξη της θητείας του, διορίζεται στη θέση του άλλο πρόσωπο για το υπόλοιπο της θητείας του απερχομένου μέλους κατά τα προβλεπόμενα στα εδάφια (1) και (2).
(6) Η παραίτηση μέλους της Πειθαρχικής Επιτροπής διενεργείται γραπτώς προς το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από σχετική ενημέρωση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
(7) Ο διορισμός μέλους της Πειθαρχικής Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένης και του Προέδρου της, ανακαλείται από το Υπουργικό Συμβούλιο σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Σε περίπτωση καταδίκης για το αδίκημα της παράβασης της υποχρέωσης εχεμύθειας και τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, κατά το άρθρο 17˙
(β) σε περίπτωση καταδίκης για αδίκημα ατιμωτικό ή που ενέχει ηθική αισχρότητα ή σε περίπτωση επιβολής της ποινής της φυλάκισης για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος˙
(γ) κατόπιν πρότασης του Υπουργού, ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία υποβάλλεται με τη σύμφωνη γνώμη πέντε τουλάχιστον μελών αυτού.