19.-(1) Oι υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 18 παρέχονται από τα πιστωτικά ιδρύματα δωρεάν ή έναντι καταβολής εύλογου τέλους.
(2) Tα τέλη που χρεώνονται στον καταναλωτή σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις δεσμεύσεις του σύμφωνα με τη σύμβαση-πλαίσιο, πρέπει να αποτελούν εύλογα τέλη.
(3) Tα τέλη που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, καθορίζονται από τα πιστωτικά ιδρύματα και σε περίπτωση, που η Κεντρική Τράπεζα κρίνει ότι τα τέλη αυτά δεν είναι εύλογα, προβαίνει σε τεκμηριωμένη εισήγηση στον Υπουργό, λαμβανομένων υπόψη τουλάχιστον των ακόλουθων κριτηρίων -
(α) Των εθνικών επιπέδων εισοδήματος,
(β) των μέσων τελών που χρεώνουν τα πιστωτικά ιδρύματα στη Δημοκρατία για τις υπηρεσίες που παρέχονται σε σχέση με λογαριασμούς πληρωμών,
ο οποίος βάσει της εισήγησης αυτής, καθορίζει με Διάταγμα που εκδίδει και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, τα εν λόγω τέλη.
(4) Υπό την επιφύλαξη του δικαιώματος που αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 17, καθώς και της υποχρέωσης που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, ο Υπουργός δύναται, με Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να απαιτεί από τα πιστωτικά ιδρύματα να εφαρμόζουν διαφορετικά συστήματα τιμολόγησης ανάλογα με το επίπεδο ένταξης του καταναλωτή στο τραπεζικό σύστημα, τα οποία να επιτρέπουν, ιδιαίτερα, ευνοϊκότερους όρους για τους ευάλωτους καταναλωτές που δεν χρησιμοποιούν τραπεζικές υπηρεσίες.
(5) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (4), ο Υπουργός μεριμνά ώστε να παρέχεται καθοδήγηση στους καταναλωτές, καθώς και κατάλληλες πληροφορίες, σχετικά με τις διαθέσιμες επιλογές.