2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«ανακλαστήρας» σημαίνει αντικείμενο που υποδηλώνει την παρουσία οχήματος μέσω ανάκλασης φωτός το οποίο προσπίπτει πάνω σε αυτό από πηγή φωτός που δεν προέρχεται από το εν λόγω όχημα.
«διασταυρώνω ποδηλατόδρομο, ποδηλατοδιάδρομο ή ποδηλατολωρίδα» σημαίνει ότι η πορεία του οχήματος που οδηγώ τέμνει τον ποδηλατόδρομο, τον ποδηλατοδιάδρομο ή την ποδηλατολωρίδα.
«Διευθυντής» σημαίνει τον Διευθυντή του Τμήματος Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών, και Έργων.
«δρόμος» σημαίνει οποιοδήποτε δημόσιο δρόμο επιστρωμένο με ασφαλτικό επίστρωμα ή οποιοδήποτε άλλο υλικό που προορίζεται κατά την εκάστοτε πρακτική οδοποιίας για την επίστρωση ή επικάλυψη δρόμου, στον οποίο επιτρέπεται η κυκλοφορία μηχανοκίνητων και μη οχημάτων και περιλαμβάνει γέφυρα, γεφύρι, σήραγγα ή άλλη κατασκευή που αποτελεί μέρος ή προέκταση τέτοιου δρόμου.
«Έφορος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νομου.
«ηλεκτροκίνητο ποδήλατο» σημαίνει ποδήλατο εξοπλισμένο με βοηθητικό ηλεκτροκινητήρα μέγιστης συνεχούς ισχύος 0,25 Κιλοβάτ (KW), του οποίου η ισχύς μειώνεται σταδιακά και τελικά μηδενίζεται όταν η ταχύτητα του οχήματος φθάσει ή υπερβεί τα είκοσι πέντε (25) χιλιόμετρα ανά ώρα (χμ/ω) ή, νωρίτερα, εάν σταματήσει η ποδηλάτηση·
«μηχανοκίνητο όχημα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου.
«οδηγός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου.
«όχημα» σημαίνει κάθε κατασκευή η οποία κινείται πάνω σε τροχούς και έχει σκοπό τη μεταφορά ανθρώπων ή αντικειμένων.
«παραχώρηση προτεραιότητας» σημαίνει την υποχρέωση οδηγού μηχανοκίνητου ή μη μηχανοκίνητου οχήματος να μην προβεί σε κίνηση ή ελιγμό σε οποιοδήποτε δρόμο ή ποδηλατόδρομο ή ποδηλατολωρίδα ή ποδηλατοδιάδρομο, ανάλογα με την περίπτωση, αν με αυτό τον τρόπο θα ανάγκαζε οδηγό άλλου, μη μηχανοκίνητου οχήματος να μεταβάλει απότομα την πορεία, την κατεύθυνση ή την ταχύτητα του οχήματος του ή να χρησιμοποιήσει απότομα τα φρένα του, ή θα ανάγκαζε πεζό να σταματήσει απότομα ή να μεταβάλει απότομα την πορεία, την κατεύθυνση ή την ταχύτητά του.
«πεζός» σημαίνει κάθε πρόσωπο που βρίσκεται ή κινείται σε οποιοδήποτε δρόμο ή άλλο δημόσιο χώρο, περιλαμβάνει δε και κάθε πρόσωπο το οποίο σπρώχνει ή σύρει βρεφικό όχημα, τροχοκάθισμα ασθενούς ή ατόμου με μειωμένη κινητικότητα ή οποιοδήποτε ποδήλατο ή μικρό όχημα χωρίς κινητήρα, και κάθε πρόσωπο που κινείται σε αναπηρικό τροχοκάθισμα με ταχύτητα πεζού.
«ποδηλάτης» σημαίνει το πρόσωπο που προβαίνει σε χρήση ποδηλάτου.
«ποδηλατική διαδρομή» σημαίνει διαδρομή που φέρει σήμανση, όπως αυτή καθορίζεται δυνάμει των προνοιών του Κανονισμού 71 των περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών, η οποία δυνατό να περνά μέσα ή έξω από κατοικημένη περιοχή, από δρόμο ή εκτός δρόμου και η οποία συστήνεται για χρήση από ποδηλάτες.
«ποδήλατο» σημαίνει όχημα με δύο τουλάχιστον τροχούς που προωθείται με τη μυϊκή ενέργεια του προσώπου που το οδηγεί, ιδίως δε με τη χρήση ποδοστροφάλων ή χειροστροφάλων, περιλαμβάνει δε και ηλεκτροκίνητο ποδήλατο:
«ποδήλατο δρόμου» σημαίνει ποδήλατο που είναι κατασκευασμένο ειδικά για χρήση σε αγώνες ποδηλασίας, σύμφωνα με τους Κανονισμούς της Διεθνούς Ένωσης Ποδηλασίας.
«ποδηλατοδιάδρομος» σημαίνει λωρίδα εδάφους που βρίσκεται κατά μήκος οδοστρώματος οποιουδήποτε δρόμου, η οποία δυνατό να αποτελεί ή να μην αποτελεί μέρος ή προέκταση ποδηλατολωρίδας, η οποία προορίζεται για να παρέχει τη δυνατότητα κοινής χρήσης της από ποδηλάτες και οδηγούς μηχανοκίνητων οχημάτων και η οποία φέρει ειδική σήμανση όπως αυτή ορίζεται δυνάμει των προνοιών του Κανονισμού 71 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών.
«ποδηλατόδρομος» σημαίνει λωρίδα εδάφους που βρίσκεται κατά μήκος οποιουδήποτε δρόμου ή εκτείνεται ανεξάρτητα από τη χάραξη του δρόμου, η οποία χωρίζεται από τις λωρίδες διακίνησης των μηχανοκινήτων οχημάτων με τεχνητά κατασκευαστικά μέσα τα οποία δυνατό να διακόπτονται κατά διαστήματα για εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών, η οποία μπορεί να είναι μονής ή διπλής κατεύθυνσης, η οποία προορίζεται για την κυκλοφορία ποδηλατών και η οποία φέρει ειδική σήμανση όπως αυτή ορίζεται δυνάμει των προνοιών του Κανονισμού 71 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών.
«ποδηλατολωρίδα» σημαίνει λωρίδα εδάφους που βρίσκεται κατά μήκος οδοστρώματος οποιουδήποτε δρόμου και μπορεί να είναι μονής ή διπλής κατεύθυνσης, η οποία προορίζεται αποκλειστικά για την κυκλοφορία ποδηλατών, φέρει δε ειδική σήμανση όπως αυτή ορίζεται δυνάμει των προνοιών του Κανονισμού 71 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών.
«σήμα χεριού» σημαίνει σήμα που καθορίζεται στο Παράρτημα, με το οποίο ποδηλάτης εκδηλώνει πρόθεση αναφορικά με επερχόμενη αλλαγή στην πορεία του ποδηλάτου του.
«χρήση ποδηλάτου» σημαίνει την οδήγηση ποδηλάτου από πρόσωπο που επιβαίνει σε αυτό και προκαλεί την κίνηση του.
(2) Λέξη, φράση ή όρος που δεν ερμηνεύεται ειδικά στον παρόντα Νόμο, έχει τη σημασία που αποδίδεται σε αυτήν ή αυτόν από τις διατάξεις του περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.