47.-(1) Η παράβαση οποιασδήποτε από τις διατάξεις των άρθρων 4, 7 και 8 από οποιονδήποτε εσκεμμένα παραλείπει ή αρνείται να συμμορφωθεί με τις εν λόγω διατάξεις συνιστά ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή σε αμφότερες τις ποινές, εάν δε το αδίκημα συνεχίζεται κατά την ημερομηνία επιβολής της ποινής από το δικαστήριο, αυτό δύναται επιπρόσθετα να επιβάλει χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.
(2) Ποινική ευθύνη για το προβλεπόμενο αδίκημα στο εδάφιο (1), το οποίο διαπράττεται από νομικό πρόσωπο, υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών του οργάνων αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στην τέλεση του αδικήματος.
(3) Πρόσωπα που, κατά το εδάφιο (2), υπέχουν ποινική ευθύνη για τα διαπραττόμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα ευθύνονται, μαζί και ξεχωριστά με το νομικό πρόσωπο, για κάθε ζημιά που γίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παράλειψης που στοιχειοθετεί το αδίκημα.
(4) Ποινικές διώξεις για οποιοδήποτε αδίκημα, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, δύναται να γίνουν μόνο από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή με τη συγκατάθεσή του.