10.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), κοινοβουλευτικός συνεργάτης ο οποίος εργοδοτείται για τουλάχιστον τρία (3) έτη έχει δικαίωμα καταβολής εφάπαξ φιλοδωρήματος σε περίπτωση-
(α) Παραίτησής του,
(β) μη ανανέωσης ή τερματισμού της σύμβασης εργασίας του,
(γ) θανάτου του κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης εργασίας του.
(2) Το αναφερόμενο στο εδάφιο (1) φιλοδώρημα υπολογίζεται ως ακολούθως:
(α) Για τη χρονική περίοδο εργοδότησής του πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου με βάση συντελεστή ενός δωδέκατου (1/12) επί των τελευταίων μηναίων απολαβών του για κάθε μήνα εργοδότησής του· και
(β) για τη χρονική περίοδο εργοδότησής του μετά από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου με βάση συντελεστή ενός δωδέκατου (1/12) του μέσου όρου των συνολικών μηναίων απολαβών του για κάθε μήνα εργοδότησής του:
(3) Το κοινοβουλευτικό κόμμα ή ο βουλευτής ή ο αντιπρόσωπος που εργοδοτεί κοινοβουλευτικό συνεργάτη καταβάλλει το αναφερόμενο στο εδάφιο (1) φιλοδώρημα στον κοινοβουλευτικό συνεργάτη κατά την ημερομηνία λήξης ή τερματισμού της σύμβασης εργασίας του ή της οικειοθελούς αποχώρησής του και, σε περίπτωση θανάτου του, καταβάλλει το φιλοδώρημα στον νόμιμο αντιπρόσωπό του το συντομότερο δυνατό.
(4) Από τις μηνιαίες απολαβές κάθε κοινοβουλευτικού συνεργάτη αποκόπτεται ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό ίσο με τρία επί τοις εκατό (3%) επί των μηνιαίων απολαβών του:
(5) [Διαγράφηκε].