17.-(1) Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, ύστερα από διαβούλευση με τον Επίτροπο, δύναται να περιορίσει, εν όλω ή εν μέρει, την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 16, στο βαθμό και για το χρονικό διάστημα που ένας τέτοιος περιορισμός σέβεται την ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων και συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο, με σκοπό-
(α)Την αποφυγή της παρακώλυσης επίσημων ή νομικών ερευνών, διερευνήσεων ή διαδικασιών,
(β)την αποφυγή της παρεμπόδισης της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων,
(γ)την προστασία της δημόσιας ασφάλειας,
(δ)την προστασία της εθνικής ασφάλειας,
(ε)την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.
(2) Κατόπιν αιτήματος του υπεύθυνου επεξεργασίας, ο Επίτροπος δύναται να καταρτίζει και να δημοσιοποιεί κατάλογο με τις κατηγορίες επεξεργασίας οι οποίες ενδέχεται να υπάγονται, εν όλω ή εν μέρει, στoν περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης.
(3) Στις αναφερόμενες στα εδάφια (1) και (2) περιπτώσεις, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει εγγράφως και αμελλητί το υποκείμενο των δεδομένων για κάθε άρνηση ή περιορισμό πρόσβασης, τεκμηριώνοντας τους πραγματικούς ή νομικούς λόγους επί των οποίων βασίζεται η απόφασή του:
(4) Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δύναται να παραλείψει να παράσχει την ενημέρωση που αναφέρεται στο εδάφιο (3), εάν η παροχή των σχετικών πληροφοριών υπονομεύει έναν από τους προβλεπόμενους στο εδάφιο (1) σκοπούς.
(5) Σε κάθε περίπτωση ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων, σύμφωνα με το εδάφιο (3), ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει παράλληλα το υποκείμενο των δεδομένων για τη δυνατότητα να προβεί σε καταγγελία προς τον Επίτροπο ή να ασκήσει προσφυγή εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών, στο Διοικητικό Δικαστήριο, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος.