Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«Διαδικαστικός Κανονισμός» σημαίνει διαδικαστικό κανονισμό που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 44·

«διαμεσολάβηση» σημαίνει διαρθρωμένη διαδικασία, ο σκοπός της οποίας καθορίζεται στο άρθρο 4, κατά την οποία δύο ή περισσότερα μέλη μιας οικογένειας επιχειρούν να καταλήξουν σε συμφωνία για την επίλυση οικογενειακών τους διαφορών με τη βοήθεια διαμεσολαβητή·

«διαμεσολαβητής» σημαίνει τρίτο προς τα μέρη πρόσωπο, το οποίο είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Διαμεσολαβητών Οικογενειακών Διαφορών και στο οποίο ανατίθεται η διεξαγωγή διαμεσολάβησης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

«δικαστήριο» σημαίνει οικογενειακό δικαστήριο που συστήνεται και λειτουργεί δυνάμει των διατάξεων του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου, στη δικαιοδοσία του οποίου εμπίπτει συγκεκριμένη οικογενειακή υπόθεση·

«δικαστής» σημαίνει δικαστή του δικαστηρίου·

«Κανονισμοί» σημαίνει Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 43·

«Μητρώο Διαμεσολαβητών Οικογενειακών Διαφορών» σημαίνει το Μητρώο Διαμεσολαβητών Οικογενειακών Διαφορών που καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7·

«οικείο επαγγελματικό μητρώο» σημαίνει το μητρώο επαγγελματικού σώματος οποιουδήποτε επαγγελματικού τομέα από τον οποίο δυνατό να προέρχεται διαμεσολαβητής·

«οικογενειακή διαφορά» σημαίνει διαφορά που σχετίζεται με το θεσμό της οικογένειας και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, διαφορά σε σχέση με γονική μέριμνα, διατροφή παιδιών, διατροφή συζύγων ή συμβίων και περιουσιακές σχέσεις συζύγων ή συμβίων, αλλά δεν περιλαμβάνει διαφορά που σχετίζεται με την αφαίρεση ή την ανάθεση γονικής μέριμνας·

«παιδί» σημαίνει πρόσωπο ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών∙

«Πειθαρχικό Συμβούλιο» σημαίνει το συμβούλιο που συνιστάται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 37·

«συμφωνία διαμεσολάβησης» σημαίνει συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ των μερών σε οικογενειακή διαφορά και του διαμεσολαβητή, με την οποία ρυθμίζονται οι όροι της διαμεσολάβησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 20·

«συμφωνία συμβιβασμού» σημαίνει συμφωνία μεταξύ των μερών σε οικογενειακή διαφορά, η οποία συνάπτεται μετά από διαμεσολάβηση·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.