11.-(1) Για κάθε δειγματοληψία που διενεργεί ο Επιθεωρητής εκδίδει βεβαίωση δειγματοληψίας σε έντυπο, όπως αυτό καθορίζεται στο Παράρτημα V.
(2) Για κάθε δείγμα που λαμβάνεται δυνάμει του εδαφίου (1) της παραγράφου (γ) του άρθρου 10, ο υπεύθυνος εγκατάστασης δύναται να αξιώσει το αντίτιμο της ποσότητας που λαμβάνεται, σύμφωνα με την τρέχουσα τιμή του, κατά την ημέρα της δειγματοληψίας.
(3) Η δειγματοληψία διενεργείται στην παρουσία του υπεύθυνου εγκατάστασης ως ακολούθως:
(α) Λαμβάνεται ποσότητα του δείγματος, που να είναι επαρκής και αντιπροσωπευτική και χωρίζεται σε τρία μέρη, τα οποία σημαίνονται και σφραγίζονται·
(β) με ευθύνη του Επιθεωρητή που ενήργησε τη δειγματοληψία, το ένα μέρος παραδίδεται στον υπεύθυνο εγκατάστασης, το δεύτερο μέρος παραδίδεται σε οινολογικό εργαστήριο και το τρίτο μέρος φυλάγεται από την Αρμόδια Αρχή σε κατάλληλες συνθήκες για περίοδο τουλάχιστον έξι (6) μηνών μετά την ημερομηνία της δειγματοληψίας, για ενδεχόμενη μελλοντική χρήση.
(4)(α) Για σκοπούς διασφάλισης της ανωνυμίας της δειγματοληψίας, το μέρος του δείγματος που παραδίδεται σε οινολογικό εργαστήριο κωδικοποιείται ενώ τα υπόλοιπα δύο μέρη του δείγματος σημαίνονται με ετικέτα σύμφωνα με το Παράρτημα VΙ.
(β) Σε περίπτωση που το μέγεθος του δοχείου δεν επιτρέπει να τοποθετηθεί η προβλεπόμενη ετικέτα, τοποθετείται ανεξίτηλος αριθμός επί του δοχείου και οι ενδείξεις αναγράφονται στη βεβαίωση δειγματοληψίας.
(γ) Ο υπεύθυνος εγκατάστασης, από την οποία λαμβάνεται το δείγμα, καλείται να υπογράψει την ετικέτα ή τη βεβαίωση δειγματοληψίας.