11.-(1) Η Αρμόδια Αρχή εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή αυτεπάγγελτα, κατά πόσο πρόσωπο αυτοπροσώπως ή δια υπαλλήλου του ή άλλου εκπροσώπου του, παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών και Διαταγμάτων και των Ενωσιακών Κανονισμών.
(2) Σε περίπτωση που κατά τη διερεύνηση που διεξάγεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) διαπιστωθεί παράβαση, η Αρμόδια Αρχή έχει εξουσία να προβαίνει στις πιο κάτω ενέργειες, ανάλογα με τη φύση, διάρκεια και βαρύτητα της παράβασης-
(α) να διατάσσει ή να συστήνει στο πρόσωπο το οποίο διέπραξε την παράβαση όπως μέσα σε τακτή προθεσμία τερματίσει αυτήν και αποφύγει την επανάληψή της στο μέλλον και σε περίπτωση κατά την οποία η παράβαση τερματίστηκε πριν την έκδοση της απόφασης από την Αρμόδια Αρχή, η τελευταία βεβαιώνει τη συμμόρφωση του παραβάτη, ή/και
(β)να επιβάλλει, διοικητικό πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει άλλης νομικής διάταξης.
(3) Προτού επιβάλει οποιοδήποτε διοικητικό πρόστιμο η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει γραπτώς και αιτιολογεί στο επηρεαζόμενο πρόσωπο τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, παρέχοντάς του το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λήψης της εν λόγω απόφασης.
(4) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την Αρμόδια Αρχή όταν παρέλθει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασής της για επιβολή διοικητικού προστίμου ή σε περίπτωση που ασκήθηκε προσφυγή μετά την έκδοση μη ακυρωτικής δικαστικής απόφασης.
(5) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής του διοικητικού προστίμου το οποίο επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος άρθρου, η Αρμόδια Αρχή έχει εξουσία να λάβει δικαστικά μέτρα με σκοπό την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικού χρέους οφειλόμενου στη Δημοκρατία.