6.-(1)(α) Η αρμόδια αρχή δύναται, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζει, να εξουσιοδοτεί γραπτώς, οποιοδήποτε τμήμα ή οποιαδήποτε υπηρεσία της Δημοκρατίας, να ασκεί εκ μέρους της οποιαδήποτε εξουσία ασκείται από αυτήν βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των εκδιδομένων δυνάμει αυτού Κανονισμών ή διαταγμάτων, είτε ολικώς είτε ως προς μέρος αυτής, μετά από διαβούλευση και συνομολόγηση έγγραφης συμφωνίας με το εν λόγω τμήμα ή υπηρεσία της Δημοκρατίας.
(β) Στην πιο πάνω συμφωνία καθορίζεται ρητά η συγκεκριμένη εξουσία, η οποία ανατίθεται σε δημόσιο λειτουργό, τμήμα ή υπηρεσία και η έκταση αυτής, καθώς και η έναρξη και η λήξη της χρονικής περιόδου, εντός της οποίας αυτή ασκείται.
(γ) Ο εν λόγω δημόσιος λειτουργός, το εν λόγω τμήμα ή η εν λόγω υπηρεσία, τηρεί τις εν γένει αρχές, οι οποίες εφαρμόζονται κατά την άσκηση των εξουσιών της αρμόδιας αρχής, όπως και τις επί τούτω οδηγίες αυτής.
(2) Σε περίπτωση που, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δημόσιος λειτουργός ή τμήμα ή υπηρεσία ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον, που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, σε άλλο δημόσιο λειτουργό, τμήμα ή υπηρεσία, ο παρών Νόμος και οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί εφαρμόζονται ως εάν είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία ή καθήκον στον ασκών αυτή λειτουργό, τμήμα ή υπηρεσία.
(3) Η αρμόδια αρχή δύναται, οποτεδήποτε το κρίνει σκόπιμο υπό τις περιστάσεις, να τροποποιεί με τη σύμφωνη γνώμη του τμήματος ή της υπηρεσίας της Δημοκρατίας ή να ανακαλεί απόφασή της για εκχώρηση εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της, η οποία λήφθηκε με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1).