18.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία υποβληθεί στο Συμβούλιο καταγγελία ή περιπέσει στην αντίληψη του Συμβουλίου ότι εγγεγραμμένος οστεοπαθητικός δυνατόν να έχει διαπράξει πειθαρχικό αδίκημα, το Συμβούλιο διορίζει το ταχύτερο εγγεγραμμένο οστεοπαθητικό, ως ερευνώντα λειτουργό, για να διεξαγάγει πειθαρχική έρευνα.
(2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευνα το ταχύτερο και κατά τη διεξαγωγή της έρευνας έχει εξουσία να ακούσει οποιουσδήποτε μάρτυρες ή να λάβει έγγραφες καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο.
(3) Ο καταγγελθείς εγγεγραμμένος οστεοπαθητικός δικαιούται να γνωρίζει την εναντίον του υπόθεση και παρέχεται σε αυτόν η ευκαιρία να ακουστεί.
(4) Μετά τη συμπλήρωση της έρευνας, ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει την έκθεσή του στο Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει κατά πόσο μπορεί να απαγγελθεί πειθαρχική κατηγορία εναντίον του οστεοπαθητικού που έχει καταγγελθεί και, σε περίπτωση καταφατικής απόφασης, προβαίνει στην απαγγελία της κατηγορίας και παραπέμπει την υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο.