28.-(1) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ορίζεται ως η αρμόδια αρχή για να εξασφαλίζει την εποπτεία και εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθώς και για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων και/ή άλλων μέτρων σε περιπτώσεις παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ασκεί τις εξουσίες της-
(α) άμεσα∙ και/ή
(β) σε συνεργασία με άλλες αρχές ή πρόσωπα∙ και/ή
(γ) υπό την ευθύνη της, με εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε άλλες αρχές ή οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα∙ και/ή
(δ) ύστερα από αίτησή της προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, εφόσον η νομοθεσία προβλέπει τούτο.
(3) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιλαμβάνεται διοικητικών παραβάσεων είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν καταγγελίας που υποβάλλεται σε αυτήν.
(4) Οι διατάξεις του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Νόμου που ρυθμίζουν την εποπτική αρμοδιότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, την εξουσία της να συλλέγει πληροφορίες, να διενεργεί έρευνες και ελέγχους, να επιβάλλει κυρώσεις, να συνεργάζεται με αρμόδιες αρχές στη Δημοκρατία και στο εξωτερικό, καθώς και όλες οι αρμοδιότητες, εξουσίες, ευθύνες και καθήκοντά της δυνάμει του εν λόγω νόμου εφαρμόζονται για σκοπούς εφαρμογής και εποπτείας του παρόντος Νόμου, τηρουμένων των αναλογιών.
(5) Επιπροσθέτως των διατάξεων του εδαφίου (2), η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει τις ακόλουθες εξουσίες:
(α) Έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο ή άλλο στοιχείο σε οποιαδήποτε μορφή και να λαμβάνει το έγγραφο ή αντίγραφο αυτού∙
(β) απαιτεί ή ζητά την παροχή πληροφοριών από οποιοδήποτε πρόσωπο και εάν απαιτείται, καλεί πρόσωπο και θέτει ερωτήματα σε αυτό, προκειμένου να λαμβάνει πληροφορίες∙
(γ) ζητά κάθε υπάρχουσα καταγραφή τηλεφωνικής συνδιάλεξης ή ανταλλαγής δεδομένων∙
(δ) απαιτεί την άμεση διακοπή οποιασδήποτε πρακτικής που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του Νόμου∙
(ε) ζητά, με αίτηση προς το αρμόδιο δικαστήριο, τη δέσμευση και/ή την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων∙
(στ) σε περίπτωση που διαπιστώvει ότι πρόσωπο ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, επιβάλλει σε αυτό προσωρινή απαγόρευση άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, την οποία η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εποπτεύει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις πέντε (5) ημέρες, με δυνατότητα παράτασης της απαγόρευσης για μία ή περισσότερες φορές διάρκειας μέχρι πέντε (5) ημερών, για τερματισμό της παράβασης, το δε πρόσωπο που υπόκειται στην απαγόρευση προβαίνει, κατά τον χρόνο ισχύος της απαγόρευσης, σε όλες τις ενδεδειγμένες ενέργειες για άρση των λόγων για τους οποίους αυτή επιβλήθηκε και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σε περίπτωση που ικανοποιείται ότι οι λόγοι για τους οποίους επιβλήθηκε η απαγόρευση εξέλιπαν πριν από την εκπνοή της περιόδου απαγόρευσης, δύναται να επιτρέψει την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας πριν από τον καθορισμένο χρόνο εκπνοής της περιόδου απαγόρευσης.
(ζ) λαμβάνει κάθε μέτρο που εξασφαλίζει τη συμμόρφωση των εποπτευόμενων προσώπων με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙ και
(η) απαιτεί την αναστολή της έκδοσης, διάθεσης, εξαγοράς ή εξόφλησης μεριδίων ΟΕΕ, όταν εξυπηρετείται το συμφέρον των μεριδιούχων ΟΕΕ ή του επενδυτικού κοινού.
(6) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά την εξέταση οποιωνδήποτε ενώπιών της αιτήσεων, γνωστοποιήσεων ή κοινοποιήσεων, δύναται να απαιτεί προφορικώς ή γραπτώς την προσκόμιση οποιωνδήποτε στοιχείων και πληροφοριών.
(7) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου, πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται αίτημα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για συλλογή πληροφοριών, διενέργειας ελέγχου ή έρευνας, έχει υποχρέωση προς άμεση συμμόρφωση και έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των αιτούμενων πληροφοριών.
(8) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου, σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε πληροφορίες, αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, έγγραφα ή στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές κατά τη διενέργεια έρευνας ή ελέγχου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να προβαίνει σε άμεση κατάσχεση των σχετικών πληροφοριών, αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και άλλων εγγράφων και στοιχείων, καθώς και των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων: