15.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), πρόσωπο το οποίο-
(α) εκ προθέσεως παρεμποδίζει τον Προϊστάμενο, τον Επιθεωρητή, τον Βοηθό Επιθεωρητού κατά την άσκηση οποιασδήποτε παρεχόμενης εξουσίας σε αυτόν από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οικείου νόμου εξουσίας∙
(β) εκ προθέσεως απαντά ψευδώς σε οποιαδήποτε έρευνα για την οποία παρέχεται εξουσία από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οικείου νόμου·
(γ) εκ προθέσεως παραλείπει να παρουσιάσει οποιοδήποτε αρχείο, μητρώο, πιστοποιητικό, βιβλίο ή άλλο έγγραφο ή στοιχείο απαιτείται να παρουσιάσει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οικείου νόμου·
(δ) εκ προθέσεως παρεμποδίζει ή αποπειράται να παρεμποδίσει οποιοδήποτε πρόσωπο από του να παρουσιαστεί ενώπιον του Προϊσταμένου, του Επιθεωρητή ή του Βοηθού Επιθεωρητού ή να εξεταστεί από αρμόδιο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου πρόσωπο,
διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€5.500) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι οποιοδήποτε από τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) αδικήματα διαπράχθηκε από νομικό πρόσωπο ή οργανισμό με τη συναίνεση, συνενοχή διευθυντή, συμβούλου, γραμματέα ή άλλου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή του οργανισμού ή οποιουδήποτε προσώπου ενεργεί υπό τέτοια ιδιότητα, το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διέπραξαν το αδίκημα υπόκεινται, σε περίπτωση καταδίκης τους, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€8.500) ή και στις δύο αυτές ποινές, ενώ το νομικό πρόσωπο ή ο οργανισμός υπόκειται μόνο στην προβλεπόμενη χρηματική ποινή.