21.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει υποχρέωση, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, να υποβάλλει ή να γνωστοποιεί στη ΡΑΕΚ ή να δημοσιοποιεί ή να ανακοινώνει δημόσια οποιεσδήποτε πληροφορίες, στοιχεία, έγγραφα ή έντυπα, οφείλει να μεριμνά και να εξασφαλίζει την ορθότητα, την πληρότητα και την ακρίβειά τους.
(2) Η παροχή ψευδών ή παραπλανητικών ή ανακριβών πληροφοριών ή στοιχείων ή εγγράφων ή εντύπων ή η απόκρυψη ουσιώδους πληροφορίας από οποιαδήποτε γνωστοποίηση που υποβάλλεται στη ΡΑΕΚ ή εντός οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή/και στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, συνιστά, εκτός από παράβαση η οποία υπόκειται σε διοικητική κύρωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15, και ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).
(3) Πρόσωπο, το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (1), είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες χιλιάδες ευρώ (€700.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(4) Ποινική ευθύνη για το προβλεπόμενο στο παρόν άρθρο αδίκημα που διαπράττεται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών του οργάνων που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στη διάπραξη του αδικήματος.
(5) Πρόσωπα που, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), υπέχουν ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα, ευθύνονται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή/και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά που γίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.