18.-(1) Το Οικογενειακό Συμβούλιο Ευημερίας Παιδιού-
(α) αξιολογεί κατά πόσο το παιδί για το οποίο έχει συγκληθεί χρειάζεται ειδική φροντίδα ή προστασία την οποία είναι απίθανο να λάβει υπό τις συνθήκες που αξιολογήθηκε από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ότι επικρατούν στο οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον, με απώτερο στόχο την προστασία του παιδιού και την πρόληψη μελλοντικής παραβατικής συμπεριφοράς του παιδιού,
(β) σε περίπτωση που αξιολογεί ότι το παιδί χρειάζεται την αναφερόμενη στην παράγραφο (α) φροντίδα και προστασία, αποφασίζει τη λήψη των απαραίτητων μέτρων στήριξης του παιδιού ή/και της οικογένειάς του ή/και στήριξης του παιδιού στο πλαίσιο της σχολικής του μονάδας, συμπεριλαμβανομένης, όπου κρίνεται απαραίτητο, της συνεργασίας με οποιαδήποτε δημόσια αρχή,
(γ) σε περίπτωση που η αναφερόμενη στην παράγραφο (β) στήριξη δεν επέφερε θετικά αποτελέσματα, την καταχώριση αίτησης για έκδοση διατάγματος αφαίρεσης γονικής μέριμνας ή επιτροπείας για την εν όλω ή εν μέρει άσκηση της γονικής μέριμνας του παιδιού από τον Διευθυντή ή επίτροπο διορισμένο δυνάμει των διατάξεων του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου,
(δ) διαπιστώνει τους λόγους για τους οποίους το παιδί επέδειξε παραβατική συμπεριφορά,
(ε) συζητά τον τρόπο με τον οποίο οι γονείς ή οι ασκούντες τη γονική μέριμνα ή οποιαδήποτε άλλα μέλη της οικογένειας ή άλλοι συγγενείς ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο μπορούν να βοηθήσουν, ώστε να αποφευχθεί η μελλοντική ανάμειξη ή συμμετοχή του παιδιού σε παραβατική συμπεριφορά,
(στ) όπου είναι απαραίτητο, αξιολογεί τη συμπεριφορά του παιδιού από τον χρόνο της σύγκλησης του Συμβουλίου,
(ζ) όπου είναι δυνατό ή σκόπιμο, διαμεσολαβεί μεταξύ του παιδιού και του θύματος.
(2) Σε περίπτωση που, πριν ή κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του Οικογενειακού Συμβουλίου Ευημερίας Παιδιού, ο συντονιστής κρίνει ότι η παρουσία οποιουδήποτε προσώπου στις εργασίες του Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του παιδιού, δεν είναι προς το συμφέρον του παιδιού ή παρεμποδίζει τις εργασίες του Συμβουλίου ή δεν συνάδει με τα καθήκοντα του Συμβουλίου, ο συντονιστής δύναται να αποκλείσει τη συμμετοχή ή οποιαδήποτε μεταγενέστερη συμμετοχή του εν λόγω προσώπου στο Οικογενειακό Συμβούλιο Ευημερίας Παιδιού.
(3) Ο συντονιστής λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα, για να διασφαλίσει ότι όλοι οι συμμετέχοντες στο Οικογενειακό Συμβούλιο Ευημερίας Παιδιού λαμβάνουν έγκαιρα γνώση της ημέρας, της ώρας και του τόπου όπου θα πραγματοποιηθεί το Συμβούλιο και μεριμνά για την τήρηση των πρακτικών της συνεδρίας.
(4) Παράλειψη οποιουδήποτε προσώπου έχει ειδοποιηθεί κανονικά από τον συντονιστή να συμμετάσχει στο Οικογενειακό Συμβούλιο Ευημερίας Παιδιού δεν επηρεάζει οποιεσδήποτε αποφάσεις ή εισηγήσεις λαμβάνονται στο Συμβούλιο, εκτός εάν ο συντονιστής κρίνει ότι η απουσία του εν λόγω προσώπου δεν είναι προς το συμφέρον του παιδιού και, στην περίπτωση αυτή, ορίζει άλλη ημερομηνία, για να καταστεί δυνατή η συμμετοχή του.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το Οικογενειακό Συμβούλιο Ευημερίας Παιδιού δύναται να καθορίζει τις διαδικασίες που ακολουθεί, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού.
(6) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας παρέχουν τη διοικητική και άλλη απαραίτητη υποστήριξη για την αποτελεσματική λειτουργία του Οικογενειακού Συμβουλίου Ευημερίας Παιδιού.