4.-(1) Το Υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας στελεχώνεται και διοικείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, των διατάξεων του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου και των δυνάμει αυτών εκδιδόμενων Κανονισμών, όπως και οποιουδήποτε άλλου Νόμου ρυθμίζει θέματα στελέχωσης της δημόσιας υπηρεσίας.
(2) Ο Υφυπουργός συνιστά τον πολιτικό προϊστάμενο και την αρμόδια αρχή για τους υπαλλήλους του Υφυπουργείου, ο οποίος ενεργεί μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υφυπουργείου, κατ’ αναλογίαν των αρμοδιοτήτων Υπουργού αναφορικά με το προσωπικό του Υπουργείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.
(3) Ο Γενικός Διευθυντής του Υφυπουργείου είναι ο αρμόδιος λειτουργός για την άσκηση της διοίκησης του Υφυπουργείου.
(4) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας και όλα τα επαρχιακά και/ή τοπικά Γραφεία Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου μεταφέρονται και εφεξής συνιστούν Τμήμα του Υφυπουργείου και συνεχίζουν να έχουν τις αρμοδιότητες που είχαν αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκτός εάν αυτές διαφοροποιηθούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών:
(5) Οι μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου εκχωρηθείσες στον Διευθυντή και σε λειτουργούς των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, εξουσίες, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος αυτού λογίζονται ως εκχωρηθείσες στον Γενικό Διευθυντή και στους λειτουργούς του Υφυπουργείου, αντίστοιχα.
(6) Οι υπάλληλοι, οι οποίοι αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου υπηρετούσαν στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, μεταφέρονται υπό την υφιστάμενη δομή των εν λόγω Υπηρεσιών και εφεξής αποτελούν υπαλλήλους του Υφυπουργείου.