71.-(1)(α) Σε περίπτωση που η μητρική επιχείρηση είναι μητρική ΕΠΕΥ εγκατεστημένη στη Δημοκρατία και καμία από τις θυγατρικές της δεν είναι πιστωτικό ίδρυμα, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την Επιτροπή.
(β) Σε περίπτωση που η μητρική επιχείρηση είναι μητρική ΕΠΕΥ εγκατεστημένη στην Ένωση και καμία από τις θυγατρικές της δεν είναι πιστωτικό ίδρυμα, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την Επιτροπή, όταν αποτελεί την αρμόδια αρχή για την εν λόγω ΕΠΕΥ εγκατεστημένη στην Ένωση σε ατομική βάση.
(2) Σε περίπτωση που η μητρική επιχείρηση ΕΠΕΥ είναι μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στη Δημοκρατία ή μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στη Δημοκρατία, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την Επιτροπή και σε περίπτωση που η μητρική επιχείρηση ΕΠΕΥ είναι μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ ή μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την Επιτροπή, όταν αποτελεί την αρμόδια αρχή που εποπτεύει την ΕΠΕΥ σε ατομική βάση.
(3) Σε περίπτωση που δύο ή περισσότερες ΕΠΕΥ που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση έχουν την ίδια μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, ή την ίδια μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, ή την ίδια μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ ή την ίδια μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την Επιτροπή, όταν αποτελεί την αρμόδια αρχή για την ΕΠΕΥ με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού, όταν ο όμιλος δεν περιλαμβάνει πιστωτικά ιδρύματα.
(4) Σε περίπτωση που απαιτείται ενοποίηση σύμφωνα με το Άρθρο 18, παράγραφος 3 ή 6 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την Επιτροπή, όταν ο όμιλος δεν περιλαμβάνει πιστωτικό ίδρυμα και όταν αυτή αποτελεί την αρμόδια αρχή για τη ΚΕΠΕΥ με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού.
(5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (3), όταν η Επιτροπή εποπτεύει σε ατομική βάση περισσότερες από μία ΕΠΕΥ εντός ομίλου, αποτελεί την αρχή ενοποιημένης εποπτείας όταν είναι η αρμόδια αρχή που εποπτεύει σε ατομική βάση μία ή περισσότερες ΕΠΕΥ εντός του ομίλου, με το υψηλότερο σύνολο ισολογισμού συνολικά.
(6)(α) Σε ειδικές περιπτώσεις, η Επιτροπή δύναται, σε κοινή συμφωνία με τις άλλες αρμόδιες αρχές, να μην εφαρμόζει τα κριτήρια που αναφέρονται στα εδάφια (1), (3) και (4) και να αναθέτει σε διαφορετική αρμόδια αρχή την άσκηση της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση, όταν η εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων δεν θα ήταν εν προκειμένω σκόπιμη, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες ΕΠΕΥ και τη σχετική σημασία των δραστηριοτήτων τους στα οικεία κράτη μέλη ή την ανάγκη διασφάλισης της συνέχειας της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση από την ίδια αρμόδια αρχή.
(β) Η Επιτροπή, στις περιπτώσεις αυτές, προτού λάβει τέτοια απόφαση, παρέχει στο μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ, στη μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, στη μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ ή στην ΕΠΕΥ με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού, κατά περίπτωση, το δικαίωμα ακρόασης.
(γ) Η Επιτροπή κοινοποιεί, χωρίς καθυστέρηση, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην ΕΑΤ τις συμφωνίες που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος εδαφίου.