38.-(1) Η ΚΕΠΕΥ που είναι σημαντική από πλευράς μεγέθους, εσωτερικής οργάνωσης φύσεως, μεγέθους και πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων της, αναπτύσσει εσωτερικές προσεγγίσεις για την εκτίμηση του πιστωτικού κινδύνου και αυξάνει τη χρήση της προσέγγισης που βασίζεται στις εσωτερικές αξιολογήσεις για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τον πιστοληπτικό κίνδυνο, όταν τα ανοίγματά της είναι σημαντικά σε απόλυτες τιμές και όταν έχει ταυτόχρονα ένα μεγάλο αριθμό σημαντικών αντισταθμισμάτων.
(2) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζουν την εκπλήρωση των κριτηρίων που ορίζονται στο Τρίτο Μέρος, Τίτλο Ι, Κεφάλαιο 3, Τμήμα 1 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(3) Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της ΚΕΠΕΥ, ελέγχει ότι η ΚΕΠΕΥ που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δεν βασίζεται αποκλειστικά ή μηχανιστικά σε εξωτερικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας για την εκτίμηση της φερεγγυότητας μιας οντότητας ή ενός χρηματοοικονομικού μέσου.
(4) Η ΚΕΠΕΥ, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθός της, την εσωτερική οργάνωση και τη φύση της, καθώς και το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της, αναπτύσσει εσωτερικές ικανότητες για την εκτίμηση του εσωτερικού πιστοληπτικού κινδύνου και αυξάνει τη χρήση εσωτερικών υποδειγμάτων για υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τον ειδικό κίνδυνο των χρεωστικών τίτλων του χαρτοφυλακίου συναλλαγών καθώς και εσωτερικών υποδειγμάτων για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τους κινδύνους αθέτησης και μετατόπισης όταν η έκθεσή της σε συγκεκριμένο κίνδυνο είναι σημαντική σε απόλυτες τιμές και όταν έχει πολλές καθαρές θέσεις σε χρεόγραφα διαφορετικών εκδοτών.
(5) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζουν την εκπλήρωση των κριτηρίων που ορίζονται στο Τρίτο Μέρος, Τίτλος IV, Κεφάλαιο 5, Τμήματα 1 έως 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.