15.-(1) Πρόσωπο, το οποίο δεν ικανοποιείται από απόφαση της αρμόδιας αρχής η οποία εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εντός είκοσι (20) ημερολογιακών ημερών από την κοινοποίηση σε αυτό της σχετικής απόφασης, δύναται να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, στην οποία εκθέτει τους λόγους προς υποστήριξη αυτής.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει, αμέσως, κάθε υποβληθείσα ιεραρχική προσφυγή, αποφασίζει επ’ αυτής και κοινοποιεί την απόφασή του στον προσφεύγοντα το αργότερο εντός είκοσι (20) ημερολογιακών ημερών από την άσκηση της προσφυγής:
Νοείται ότι, ο Υπουργός, προτού εκδώσει την απόφασή του, δύναται κατά την κρίση του να ακούσει ή με άλλο τρόπο να δώσει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους επί των οποίων βασίζεται η προσφυγή:
Νοείται περαιτέρω ότι, ο Υπουργός δύναται να αναθέσει σε λειτουργό ή επιτροπή λειτουργών του Υπουργείου Οικονομικών να εξετάσει ορισμένα θέματα που προβάλλονται στην προσφυγή και να υποβάλει στον Υπουργό το αποτέλεσμα της εξέτασης, προτού εκδώσει την απόφασή του ως προς την εν λόγω προσφυγή.
(3) Πρόσωπο, το οποίο δεν ικανοποιείται από την απόφαση του Υπουργού δύναται να προσφύγει στο Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού επί της ιεραρχικής προσφυγής ή σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτη η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) προθεσμία για άσκηση ιεραρχικής προσφυγής, η απόφαση της αρμόδιας αρχής δεν καθίσταται εκτελεστή.