13.-(1) Πρόσωπο, το οποίο διατηρεί ή λειτουργεί ξενώνα για τον οποίο δεν έχει εκδοθεί άδεια λειτουργίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο αυτές ποινές και, σε περίπτωση κατά την οποία η παράβαση συνεχίζεται μετά την καταδίκη του, υπόκειται σε χρηματική ποινή, η οποία δεν υπερβαίνει τα διακόσια ευρώ (€200) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης.
(2) Επιπροσθέτως οποιασδήποτε άλλης ποινής, το δικαστήριο, με την καταδίκη οποιουδήποτε προσώπου για αδίκημα δυνάμει του εδαφίου (1), δύναται να διατάξει-
(α) τη διακοπή της λειτουργίας του ξενώνα, σε σχέση με το διαπραχθέν αδίκημα, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο διάταγμα του δικαστηρίου, που σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες∙
(β) τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙
(γ) την καταβολή των εξόδων της δίκης από το καταδικασθέν πρόσωπο:
(3) Σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης προσώπου με δικαστικό διάταγμα το οποίο έχει εκδοθεί, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (2), η Αστυνομία προχωρεί στην εκτέλεση του διατάγματος και αξιώνει την πληρωμή των εξόδων που αποδεδειγμένα προέκυψαν κατά την εκτέλεσή του:
(4) Κάθε πρόσωπο, το οποίο δεν συμμορφώνεται με δικαστικό διάταγμα που εκδόθηκε σύμφωνα με το εδάφιο (3) ή παραβιάζει σφράγιση που έχει τοποθετηθεί, σύμφωνα με το εδάφιο (3), διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(5) Επιπροσθέτως οποιασδήποτε άλλης ποινής προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, το δικαστήριο έχει εξουσία να διατάξει κάθε πρόσωπο το οποίο κρίθηκε ένοχο αδικήματος να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, σε σχέση με τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα.
(6)(α) Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται υπόθεση για αδίκημα που διαπράχθηκε από πρόσωπο, κατά παράβαση του εδαφίου (1), δύναται κατόπιν μονομερούς (ex parte) αιτήσεως να διατάξει την αναστολή κάθε εργασίας αναφορικά με τη διατήρηση ή λειτουργία ξενώνα μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης:
(β) Σε περίπτωση κατά την οποία, πρόσωπο εις βάρος του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α), αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί εντός του καθορισμένου χρόνου, η αρμόδια αρχή εκτελεί το διάταγμα και τα έξοδα για την εκτέλεσή του καταβάλλονται στην αρμόδια αρχή από το πρόσωπο κατά του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα: