19.-(1) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος καταλήξει ότι σε σχετική αγορά αιτιολογείται ο καθορισμός παροχέα ή παροχέων από κοινού με σημαντική ισχύ, επιβάλλει σε αυτόν ή αυτούς ειδικές ρυθμιστικές υποχρεώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 ή διατηρεί ή τροποποιεί ισχύουσες υποχρεώσεις από προηγούμενο κύκλο εξέτασης της σχετικής αγοράς.
(2) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος καταλήξει ότι σε σχετική αγορά δεν δικαιολογείται ο καθορισμός παροχέα με σημαντική ισχύ, ο Επίτροπος δεν επιβάλλει ειδικές ρυθμιστικές υποχρεώσεις, ενώ εάν υφίστανται ειδικές ρυθμιστικές υποχρεώσεις από προηγούμενο κύκλο εξέτασης αγοράς, τις αποσύρει και στην περίπτωση απόσυρσης ειδικών ρυθμιστικών υποχρεώσεων, διασφαλίζει ότι διατίθεται, στα επηρεαζόμενα μέρη, επαρκής μεταβατική περίοδος καθώς και οι απαιτούμενοι μεταβατικοί όροι.
(3) την ανάλυση της σχετικής αγοράς και την τυχόν επιβολή, διατήρηση, τροποποίηση ή άρση ειδικών ρυθμιστικών υποχρεώσεων.
(4) Σε εξαιρετικές περιστάσεις, κατά τις οποίες ο Επίτροπος κρίνει ότι πρέπει να αναληφθεί δράση αμέσως προκειμένου να διασφαλισθεί ο ανταγωνισμός και να προστατευθούν τα συμφέροντα των τελικών χρηστών, δύναται, κατά παρέκκλιση της διαδικασίας εξέτασης αγοράς, να λαμβάνει αμέσως αναλογικά και προσωρινά μέτρα με σχετική αιτιολογημένη Ρυθμιστική Απόφασή του, την οποία κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ρυθμιστική Απόφαση του Επιτρόπου για τη μονιμοποίηση των προσωρινών μέτρων ή την παράταση της ισχύος τους εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18.